ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΙΣ ΟΝΟΜΑΣΤΗΡΙΩΝ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ κ.ΙΓΝΑΤΙΟΥ (Ἱερός Ναός Ἀναλήψεως Χριστοῦ Βόλου Δευτέρα 29 Ἰανουαρίου 2018)
Ἰγνάτιος, ὁ καὶ Θεοφόρος, τῇ ἠλεημένῃ…ἐκκλησίᾳ ἠγαπημένῃ καὶ πεφωτισμένῃ …κατὰ ἀγάπην Ἰησοῦ Χριστοῦ,… (ὡς) ἀξιόθεον, ἀξιοπρεπῆ, ἀξιομακάριστον, ἀξιέπαινον, ἀξιοεπίτευκτον, ἀξιόαγνον…, χριστώνυμον, πατρώνυμον, ἣν καὶ ἀσπάζομαι ἐν ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ πατρός· κατὰ σάρκα καὶ πνεῦμα ἡνωμένοις πάσῃ ἐντολῇ αὐτοῦ, πεπληρωμένοις χάριτος θεοῦ …πλεῖστα ἐν Ἰησοῦ Χριστῷ τῷ Θεῷ ἡμῶν, ἀμώμως χαίρειν…[1]
Σεβασμιώτατε Ποιμενάρχη καί Πατέρα, Ἅγιοι Ἀρχιερεῖς, ἀδελφοί συμπρεσβύ-τεροι καί διάκονοι, ἐντιμότατοι ἐκπρόσωποι τῶν ἀρχῶν, εὐλογημένα καί ἁγιόλεκτα τέκνα τῆς Ἐκκλησίας!
Ἐκστατικό ξεχείλισμα θείας ἀγάπης, πυριφλεγής καί θυσιαστική αὐτοπροσφο-ρά, ἑνοποιό ὁλοκάρπωμα τρυφερῆς καί πατρικῆς στοργῆς συναντᾶμε μέ τούς ὀφθαλμούς τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος σήμερα. Ὁ κυρτωμένος ἀπό τό χρόνο μά καί ἀπό τή θεία χάρη, γέροντας ἐπίσκοπος τῆς Ἀντιοχείας Ἰγνάτιος, ὑπογράφει μέ τό μαρτυρικό του αἷμα στή Ρώμη, τήν ἐγγύηση τῆς σωτηρίας γιά τόν ἑαυτό του καί τῆς μεσιτείας γιά τούς χριστώνυμους μιμητές τοῦ βίου του. Ἕνας ἀποστολικός ἄτλας τῆς πρώτης κοινωνίας τῶν ἁγίων, σηκώνει στούς γεροντικούς του ὤμους τό σταυρό τῆς μαρτυρικῆς ὁμολογίας γιά μιάν ἐκκλησία ὁλόκληρη. Ἕνα φωτοφόρο ἄστρο τῆς Ἀνατολῆς πού στό δειλινό τῆς ζωῆς του ἦλθε στη Δύση γιά ν’ ἀνατείλει στό ἀνέσπε-ρο φῶς τῆς Θείας Βασιλείας. Ἕνα πολυεδρικό διαμάντι πού ἀστραποβολεῖ στό τιμαλ-φεῖο τῆς Ἐκκλησίας καί καταυγάζει χαροποιά τίς καρδιές τῶν πιστῶν. Ἀπό τόν ὠκεανό τῶν πνευματικῶν ἀξιῶν τοῦ Θεοφόρου πατρός ἄς μᾶς ἐπιτραπεῖ νά ἁλιεύσουμε μόλις τρία χαρακτηριστικά του γνωρίσματα καί νά τά προσφέρουμε σάν δρόσο τοῦ πνεύματος στήν αὐχμηρή ζωή μας.
Ὁ Ἰγνάτιος εἶναι κατά πρῶτον ὁ ἀντιφωνητής τῆς ἑνότητας, ὁ σαλπιγκτής τῆς ὁμονοίας, ὁ ὑπομονετικός διαλαλητής τῆς συμπόρευσης. Στίς προμαρτυρικές ἐπιστο-λές του στούς χριστιανούς τῆς ἀνατολῆς καί τῆς δύσης προσφιλεῖς του λέξεις εἶναι ἐκεῖνες πού διαδηλώνουν τό ὁμοθυμαδόν καί μαζί : συμπόρευση, συγκοπιασμός, συνάθληση, συνδρομή, συμπάθεια, συγκοίμηση, συνέγερση, συναρμόνιση, ὁμοήθεια. Τό ἐποικοδόμημα τῆς ἑνότητας κατά τόν Θεοφόρο θεμελιώνεται στήν πίστη τῆς λυτρωτικῆς ἐμπειρίας, στήν σταυραναστάσιμη ἐλπίδα, στήν ἐμπιστοσύνη πρός τίς θεῖες ἐπαγγελίες, στήν ἀσφάλεια τῆς εὐαγγελικῆς ζωῆς, στή βεβαιωμένη προσφορά τῆς χάριτος , στήν ἔνθεη πορεία πρός τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἐγγυητής τῆς ἑνότητας εἶναι ὁ ἀπεσταλμένος ἀπό τό Θεό καί ἐκλεγμένος ἀπό τήν Ἐκκλησία ἐπίσκοπος, πού ἔχει τήν εὐθύνη νά συνδέει, νά ἐναρμονίζει, νά αὐξάνει τόν οἶκο τοῦ Θεοῦ καί νά συντηρεῖ τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας μέ στοργή καί θυσιαστικό ζῆλο. Ἑπομένως, ἡ περί τόν ἐπίσκοπο ἑνότητα τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ δεν εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς κοινωνικῆς θεωρίας τοῦ σπουδαστηρίου , ἀλλά ἕνα καθημερινό ἄθλημα, πού ἐπιβεβαιώνεται μέσα ἀπό λεπτές ἰσορροπίες. Εἶναι μιά διαρκής σχοινοβασία , ἕνα δεδομένο καί ταυτόχρονα ζητούμενο, καί γιά τόν ἐπίσκοπο καί γιά τό λαό του, καθώς οἱ μεταπτώσεις ἀπό τή σύνθεση στήν διάλυση, ἀπό τήν συνένωση στό διχασμό εἶναι ὅσες καί οἱ ἀνθρώπινοι ἐγωϊσμοί. Εἶναι τόσο βαθύ ὑπαρξιακό γεγονός ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε νά ἀποτελεῖ προϋπόθεση – ὅρο σωτηρίας. Ἰσως ὁ θεοφόρος Ἰγνάτιος νά ἐκφράζει σταθερά κι ἀπόλυτα ὅλα τοῦτα σε μιά πρώϊμη ἐποχή, πού ἡ Ἐκκλησία ἄρχιζε νά διατυπώνει τήν αὐτοσυνειδησία της. Ὅπως τότε καί σήμερα, καί προφανῶς ὅσο ὑπάρχει αὐτός ὁ κόσμος, ὁ ἐπίσκοπος ὅμως θά ματώνει γιά νά σβήνει τά σχίσματα καί νά καταπραῢνει τίς ἀσθενεῖς συνειδήσεις. Γιά νά παρακινεῖ στήν εὐσέβεια, διαγράφοντας τά χρέη τῆς ὑπερηφάνειας καί τῆς ὀργῆς γιατί ὅπου δὲ μερισμός ἐστιν καὶ ὀργῄ, θεὸς οὐ κατοικεῖ…(καί διά τοῦτο) μηδὲν κατ ̓ ἐριθείαν πράσσειν, ἀλλὰ κατὰ χριστομαθίαν. Προασπιστής τῆς ἀλήθειας καί ἐγγυητής τῆς ἑνότητας, ὁ ἐπίσκοπος χρειάζεται νά στέκεται ἑδραῖος ὡς ἄκμων τυπτόμενος, ὅτι μεγάλου ἐστιν ἀθλητοῦ τὸ δέρεσθαι καὶ νικᾶν, μάλιστα δὲ ἕνεκεν θεοῦ πάντα ὑπομένειν… δεῖ, ἵνα καὶ…( ὁ Θεός) ἡμᾶς ὑπομείνῃ.[2]
Κατά δεύτερον, ὁ πρωταθλητής τοῦ Κολοσσαίου διακρίνεται ἀπό προφητική ἔμπνευση καί προδρομική μαρτυρία. Σκοπός του εἶναι ἡ ἀναγγελία τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, ὁ ἐνστερνισμός τῆς θείας ἀγάπης ἀπό τό ποίμνιο καί ἡ ἐν Χριστῷ ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου. Ἡ βεβαιωμένη ἐλπίδα εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς προσωπικῆς ἔμπονης πορείας γιά συνάντηση μέ τό Χριστό. Ὁ ἴδιος ὁ Ἰγνάτιος ἀξιώθηκε ἀπό μικρός τό θεϊκό ἐναγκαλισμό καί τρώθηκε ἀπό τό θεῖο ἔρωτα . Ἔπαθε τά θεῖα καί ἔμαθε τά θεῖα, ἡ φλόγα τῆς ἀγάπης τόν κατέτρωγε ἰσόβια, ἔτσι πού γινόταν ἔνθεος ἐμπρηστής ὅσων τόν ἄκουγαν, τόν διάβαζαν, τόν ἔβλεπαν, τόν ζοῦσαν. Ἕνας ἄνθρωπος πεπυρωμένος ἀπό ζῆλο καί πνεῦμα Θεοῦ γίνεται διαχρονική καί διατοπική πυρκαγιά γιά τό λαό, γιά τόν κόσμο. Φιλόθεος, φιλάνθρωπος, φιλόκοσμος, ὁδηγεῖ στήν καῦσιν καρδίας ὑπέρ παντός ὅπως μᾶς τονίζει ὁ χθές ἑορτασθείς Ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σῦρος. Συνεπῶς, ὁ ἀγαπῶν τόν Θεόν μπορεῖ νά γνωρίζει κι ὄχι νά μαντεύει τό μέλλον, γιατί μέλλον εἶναι μόνον ὁ Χριστός. Παρελθόντα παρόντα καί ἐπερχόμενα ἐμποτίζονται καί σφραγίζονται ἀπό τήν ἀκατάπαυστη παρουσία τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ὅλες οἱ μεταβολές τοῦ ἀνθρώπινου βίου καί τῆς ἱστορίας εἶναι μόνον ἐπιφανειακές καί δέν ἀγγίζουν τήν οὐσία τῆς λυτρωτικῆς ἐμπειρίας. Ἁπλῶς καταλήγουν ἐκεῖ ἀπ’ὅπου ξεκίνησαν, στόν Δημιουργό καί Σωτήρα τοῦ κόσμου. Ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ εἶναι βεβαιόπιστος, ὅτι ὅλα θά συγκεφαλαιωθοῦν ἀπό τό Χριστό, ὅτι ὁ θρίαμβος ἀνήκει στήν σταυρωμένη κι ἀναστημένη Ἀγάπη, ὅτι θα κυριαρχήσει ἡ θεοζωή, καί τά πάντα θά καταυγασθοῦν ἀπό τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ σέ μιά ἀκατάπαυστη θεοκοινωνία. Ἔτσι, ὁ Ἰγνάτιος μποροῦσε μέ φωτισμό καί πεῖρα νά περιγράφει καταστάσεις, πού θά συναντοῦσαν ἀργότερα στή ζωή τους οἱ χριστιανοί ἀπό τότε ὡς σήμερα. Ἐνσάρκωνε τή συνύπαρξη θεσμοῦ καί χαρίσματος, κινοῦνταν σε ὅλες τίς διαστάσεις τοῦ ἀνθρώπινου χρόνου χωρίς τούς περιορισμούς, πού ἐπιβάλλει ἡ προσκόλληση στά πάθη καί ἡ δουλεία τῆς ἁμαρτίας. Γιατί ἡ ἀρετή πράγματι ἐλευθερώνει τόν ἄνθρωπο καί τόν ξανοίγει σε θεῖα σύμπαντα καί ἀτελεύτητους ὁρίζοντες.
Ὁ Πατέρας τῶν Ἀντιοχέων , κατά τρίτον, διακρινόταν ἀπό εὐγένεια ψυχῆς, ἀπαράμιλλη στοργή και κρυστάλλινο ἦθος. Εὐαίσθητος καί γλυκύς , περιέκρυβε ἐντός του τό παιδίον, ὅ …ἐναγκαλισάμενος ὁ Ἰησοῦς… εἶπε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ : ὅς ἐάν ἕν τῶν τοιούτων παιδίων δέξηται ἐπί τῷ ὀνόματί μου , ἐμέ δέχεται.[3] Πηγαία καλωσύνη, ἁπλότητα καί ἀφοσίωση χαρακτήριζαν τή ζωή του καί ἦταν τά συστατικά τῆς εὐαίσθητης ψυχῆς του. Νοιαζόταν καί γιά τά μικρά καί γιά τά μεγάλα, καί γιά τά καθημερινά καί γιά τά σπουδαῖα, καί γιά τά χαρούμενα καί γιά τά λυπηρά. Ἤθελε ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ νά βασιλεύει σε κάθε πτυχή τῆς ζωῆς καί οἱ χριστιανοί νά ἀνακαλύπτουν τό αἰώνιο πίσω ἀπό κάθε γεγονός ἤ πρᾶγμα. Προσκαλοῦσε τούς πιστούς σε ἀναζήτηση τοῦ πνευματικοῦ βάθους, σέ ἐκζήτηση τῶν πνευματικῶν δωρεῶν, σε θήρευση τῶν πνευματικῶν θησαυρῶν. Ἰδιαίτερα στίς τελευταῖες του στιγμές ἀποκαλοῦσε τους χριστιανούς του θεοφόρους, ναοφόρους, χριστοφόρους, ἁγιοφόρους, κατὰ πάντα κεκοσμημένους ἐντολαῖς Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τούς ὀνόμαζε δασκάλους, καί τόν ἑαυτό του μικρό μαθητή τῆς εὐσεβείας. Προσκαλοῦσε σέ ὑπέρβα-ση, καί μέ πόνο ἔλεγε: μηδεὶς ὑμῶν κατὰ τοῦ πλησίον ἐχέτω. μὴ ἀφορμὰς δίδοτε τοῖς ἔθνεσιν, ἵνα μὴ δι’ ὀλίγους ἄφρονας τὸ ἐν Θεῷ πλῆθος βλασφημῆται.[4] Μέ ἐπιείκεια, συμπάθεια, εἰρήνη, πραότητα, σύνεση καί ταπείνωση ἄγγιζε εὐεργετικά τίς ψυχές καί τά σώματα παρακινώντας στόν ἔνθεο ζῆλο , στήν ἑνότητα τῆς πίστεως στήν ἀποστροφή πρός τίς αἱρέσεις , στήν ἀποκήρυξη κάθε ἑτεροδιδασκαλίας. Μοναδικός του ἀγώνας τό νά ἐπιβεβαιώνει ἔργῳ καί λόγῳ τό ὄνομα τοῦ χριστιανοῦ, πού δέν ὁρίζει οὔτε τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό: ὅτι κατ ̓ ἀνθρώπων βίον οὐδὲν ἀγαπᾶτε εἰ μὴ μόνον τὸν Θεόν. Καὶ ὑπὲρ τῶν ἄλλων δὲ ἀνθρώπων ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε, ἔστιν γὰρ ἐν αὐτοῖς ἐλπὶς μετανοίας, ἵνα θεοῦ τύχωσιν. ἐπιτρέψατε οὖν αὐτοῖς, κἂν ἐκ τῶν ἔργων ὑμῖν μαθητευθῆναι. πρὸς τὰς ὀργὰς αὐτῶν, ὑμεῖς πραεῖς, πρὸς τὰς μεγαλορημοσύνας αὐτῶν, ὑμεῖς ταπεινόφρονες, πρὸς τὰς βλασφημίας αὐτῶν ὑμεῖς τὰς προσευχάς, πρὸς τὴν πλάνην αὐτῶν, ὑμεῖς ἑδραῖοι τῇ πίστει, πρὸς τὸ ἄγριον αὐτῶν ὑμεῖς ἥμεροι, μὴ σπουδάζοντες ἀντιμιμήσασθαι αὐτούς. ἀδελφοὶ αὐτῶν εὑρεθῶμεν τῇ ἐπιεικείᾳ· μιμηταὶ δὲ τοῦ Κυρίου σπουδάζωμεν εἶναι…ἀλλ ̓ ἐν πάσῃ ἁγνείᾳ καὶ σωφροσύνῃ μένητε ἐν Ἰησοῦ Χριστῷ· σαρκικῶς καὶ πνευματικῶς.[5]
« Ἰγνάτιος ὁ Α΄, ὁ και τοῦ θρόνου τῆς Δημητριάδος ὄγδοος καί τεσσαρακοστός ἐπίσκοπος τῇ εὐλογημένῃ Ἐκκλησίᾳ τήν οὖσαν ἐν θετταλικῇ Μαγνησίᾳ….εὔχομαι ἐν Θεῷ Πατρί καί ἐν Ἰησοῦ Χριστῷ πλεῖστα χαίρειν… Ἄμωμον διάνοιαν καί ἀδιάκριτον ἐν ὑπομονῇ ἔγνων ὑμᾶς ἔχοντας, οὐ κατά χρῆσιν , ἀλλά κατά φύσιν. Ἀποδεξάμενος οὖν τήν κατά Θεόν εὔνοιαν… ἔδοξα εὑρεῖν ὑμᾶς… μιμητάς… Θεοῦ» [6]
Πολυσέβαστέ μας Ἐπίσκοπε καί πατέρα!
Μέ τά λόγια ἀκριβῶς αὐτά πού ἀνήκουν στόν πάτρωνά σας ἅγιο Ἰγνάτιο τό Θεοφόρο, πρίν δύο δεκαετίες μᾶς ἀνοίγατε τήν καρδιά σας καί μᾶς χαρίζατε τό στιβαρό χέρι σας. Ἐγγράφατε τότε τήν ὑποθήκη τῆς ζωῆς σας στή θεοφόρο καί ἁγιοτρόφο Δημη-τριάδα, πού μέ τή σειρά της σᾶς περιέβαλλε μέ προσδοκίες κι ἐλπίδες. Εἰρηνοφόρος, πατρώνυμος, μέ πλατυσμό καρδίας, μᾶς χωρέσατε ὅλους, καί μεῖς αὐθωρεί σᾶς ἐνθρονίσαμε στήν καρδιά μας καί συνοδοιποροῦμε μαζί σας στήν ὁδόν τοῦ Κυρίου. Δέ χρειάστηκε νά περάσουν εἴκοσι χρόνια , ἀλλά ἀμέσως σᾶς νοιώσαμε πατέρα φίλο καί ἀδελφό, γιά νά συναγωνιστοῦμε πλησίον σας στήν προσευχή , νά συνοδοιπορήσουμε κοντά σας στήν ἀρετή καί τήν ἔνθεη ἀγάπη. Ἐπιλείψει γαρ με διηγούμενον ὁ χρόνος νά μᾶς προσκαλεῖτε καθημερινά σε ἑνότητα καί προσφορά, νά πρωτοστατεῖτε σε ρηξικέλευθες δράσεις, νά μεταπλάθετε τίς ἄγονες ὑπάρξεις σε καρποφόρους παραδείσους, νά σμιλεύετε τήν θεοείδεια στις ψυχές. Συνήθως, ὅσα λέγονται στούς ἐν ὑπεροχῇ, ἐνέχουν μιά ὑπερβολή ἴσως καί μιά διάθεση κολακείας. Ὅμως τά δικά μας σημερινά ψελλίσματα , παρακαλοῦμε νά δεχθεῖτε σάν μιά κατάθεση ψυχῆς τούτη τή μέρα, πού ἑορτάζετε τόν προστάτη σας, πού ἔγινε καί δικός μας ἅγιος καί ἡ χαρά σας δικός μας ἔπαινος καί ἐγκαύχηση. Ἐπιτρέψτε μας ἕνα παραλληλισμό , μιά ἀναλογική ἀναφορά κάποιων στοιχείων τῆς προσωπικοτητός σας πρός τόν θεοφόρο Ἰγνάτιο, μιᾶς καί τόν ἑαυτό σας καί τά θεόσδοτα χαρίσματά σας τά σκορπίζετε σπάταλα στό λαό σας.
Ἔχετε ἕνα πάθος μέ τήν ἑνότητα , τόσο πού νά ἀποτελεῖ μιά λέξη ἰσάριθμη μέ τήν ἀναπνοή σας. Οἱ πλησίον σας ἄνθρωποι , ὅταν μᾶς μίλησαν γιά σᾶς σᾶς χαρα-κτήρισαν ἄνθρωπο τῆς ἑνότητας, ἕναν γεφυροποιό ἀκούραστο νά κλείνει τά χάσματα, νά συνδέει τά σχίσματα, νά ἐπουλώνει τά τραύματα, νά ξορκίζει τούς διχασμούς, νά ἐγκεντρίζει τούς ἀπορριγμένους. Ὑπομονετικά συνθέτετε τήν ἁρμονία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πάνω ἀπό μικρότητες, μίση, ἐγωϊσμούς, παραλογισμούς μισαλλοδοξίες, μωροφιλοδοξίες, ἐξτρεμισμούς κι ἐντάσεις. Πληρώνετε βαρύ φόρο στό βωμό τῆς ἑνότητας, καί γνωρίζουμε καλά πόσο ἡ καρδιά σας σχοινοβατεῖ καί ματώνει ἵνα πάντες ἕν ὦσιν…καί τό αὐτό φρονοῦσιν. Ἀσφαλῶς ὁ χρόνος καί ἡ καταγραφή ἐμπειριῶν καί καταστάσεων θά δικαιώσουν τήν ἀπό μέρους σας πρόταξη τῆς ἑνότητας, ἐφόσον τίποτα δεν μπορεῖ νά φαλκιδεύσει τήν ἐμπιστοσύνη καί τήν προσήλωσή μας στό εἰρηνοποιό ἔργο σας. Ἴσως ὁρισμένοι θεωρήσουν ὅτι ἐπαναλαμβάνετε τήν ἑνότητα γιά νά δώσετε μιά ταυτότητα στήν παρουσία σας. Ἔχουμε ἐνστερνισθεῖ πλήρως ὅτι μοναδικός σας σκοπός εἶναι τό πέρασμα ἀπό τή σχάση στη σχέση, ἀπό τήν ἐπιβίωση στη βίωση ἀπό τό μονόλογο στό διάλογο. Ξέρουμε καλά πώς ἑνότητα γιά σᾶς εἶναι ὁ τρόπος τῆς ζωῆς σας, ἡ καθημερινότητά σας, ἡ ἀνάσα σας, κι ὄχι μιά ἐτικέττα χωρίς περιεχόμενο. Πρίν λίγες μέρες σε μιά συζήτηση-προτροπή σας μοῦ εἴπατε: «μήν τό συνεχίζεις αὐτό, ἀφοῦ στενοχωριοῦνται οἱ ἄλλοι, εἶναι κρίμα νά χαλᾶμε τήν ἑνότητά μας γιά κάτι πού μποροῦμε ν’ἀποφύγουμε χωρίς κόστος».
Σᾶς χαρακτηρίζει μιά δυνατότητα νά βλέπετε ἀπό πρίν ποῦ ὁδηγοῦν τά πράγματα. Χάρισμα ἤ ἐμπειρία, μᾶλλον βεβαιότητα πώς ὁ Θεός κυβερνᾶ τα πράγματα καί τά ὁδηγεῖ ὅπου Ἐκεῖνος θέλει. Χωρίς προσωπικές ἀνασφάλειες καί μονομέρειες, μπορεῖτε νά διακρίνετε τό εὐρύ ἀπό τό στενό, τό περιέχον ἀπό τό περιεχόμενο τό σπουδαῖο ἀπό τό ἀσήμαντο. Μέ τήν πίστη, πώς τό μέλλον εἶναι τοῦ Θεοῦ καί τό παρόν τοῦ ἀνθρώπου, βαδίζετε χωρίς φόβο, μέ σταθερότητα καί ἀλήθεια. Ἡ ἐμπειρία σας στη διαπροσωπική ἐπικοινωνία, σᾶς προλαμβάνει ἀπό ἄκαιρες καί ἐπιπόλαιες παρεμβάσεις. Πάντοτε δίνετε τό χρονο νά ὡριμάσουν τά πράγματα, ἀναδιατάσσετε τούς στόχους, χαράζετε νέες προοπτικές. Οὐκ ἐπαύσασθε νουθετῶν ἐπί εἰκοσαετίαν ἕνα ἕκαστον ἡμῶν, νυκτεύων, πυκτεύων καί μονίμως ὑπομένων ἐν προσευχῇ, ἐν παρακλήσει, ἐν μακροθυμίᾳ. Μεταμορφώνετε καθημερινά τήν πνευματική φυσιογνωμία τοῦ τόπου μας, καί ἄοκνα μᾶς παρακινεῖτε στήν εὐσέβεια καί τήν ἑνότητα, πού ἀποτελοῦν τήν πεμπτουσία τῆς εὐαγγελικῆς ἀλήθειας καί τήν ἐγγύηση μιᾶς ἁγιοπνευματικῆς παρουσίας.
Ἀς μᾶς ἐπιτραπεῖ νά ὁλοκληρώσουμε, μέ μιά σύμμετρη ἔκθεση τοῦ εὐγενοῦς χαρακτήρα σας. Σᾶς κοσμεῖ μιά ἔμφυτη πραότητα, ἕνας παράδοξος δυναμισμός χαμηλῶν τόνων, μιά ἀφοπλιστική καλωσύνη, μιά γλυκύτητα στούς τρόπους. Κάθε φορά μᾶς ἐκπλήσσετε εὐχάριστα μέ τήν ἀπρόβλεπτη συμπεριφορά σας, ὅταν προφέρετε τίς ἀγαπημένες σας λέξεις «εὐχαριστῶ, παρακαλῶ, συγγνώμη». Χαρίζετε στό συνομιλητή σας μιά μοναδικότητα στά αἰσθήματά σας γι’αὐτόν, τόσο συγκλονιστική μά καί τόσο ἀποτελεσματική σέ δύσκολες περιστάσεις. Πείθετε γιά τήν ἰδιαίτερη θέση πού ὁ καθένας μας μπορεῖ νά ἔχει στήν καρδιά σας μέ ἰσομερῆ ἀγάπη καί ἀκλόνητη ἐμπιστοσύνη πρός ὅλους. Γι’ αὐτό γίνεστε ἀποδέκτης πληθωρικοῦ σεβασμοῦ, ἀποδοχῆς καί στοργῆς ἀπό τό ποίμνιό σας. Ὅλη ὅμως αὐτή ἡ ἐξωστρέφεια δεν σᾶς ἐμποδίζει νά κρατᾶτε μιά ἐσωτερική ἰσορροπία, μιά συνδέουσα ἀπόσταση, μιά συνέπεια στίς ἀρχές σας, μιά ποιότητα πού ἀκροβατεῖ ἀνάμεσα στήν ἀσκητικό-τητα καί τήν κοινωνικότητα. Εἶστε ἕνας πραγματικά εὐαίσθητος ἄνθρωπος, πού συγχωρεῖ καί προχωρεῖ , πού προτιμᾶ νά προδοθεῖ παρά νά μήν ἐμπιστευθεῖ , πού μετατρέπει τίς δυσκολίες σέ εὐκαιρίες. Ἕνας ἀγωνιστής, πού δεν ἀπαιτεῖ οὔτε τά δικαιώματά του, πού δέν ἀναμένει τήν ἀναγνώριση καί τήν εὐγνωμοσύνη ὅποιων εὐεργετεῖ, πού γνωρίζει νά δικαιολογεῖ τους πάντες καί τά πάντα, ὥσπου ν’ἀνακαλύψει τό καλό στοιχεῖο τοῦ καθενός. Ἄνθρωπος ἀνοιχτῶν ὁριζόντων καί ἀσκητικῆς ἐσωστρέφειας, ὑψηλῶν ὁραματισμῶν καί προσγειωμένων ἀντιλήψεων, ρηξικέλευθος καί συμπονετικός, σταυροφόρος καί συγκυρηναῖος τοῦ σταυροῦ τῶν ἄλλων.
Ἡ γαλήνια παρουσία σας εἶναι φωνή αὔρας λεπτῆς, παρακλητικῆς καί ἐλπιδοφόρας. Ἄς σᾶς πολυχρονίζει πρῶτα ὁ Ἅγιος Θεός προκειμένου νά ἀπολαμβά-νουμε τούς εὔχυμους καρπούς τῆς ἐπισκοπικῆς σας διακονίας , γιά τήν ὁποία ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ σεμνυνόμεθα. Σᾶς περιβάλλουμε μέ σεβασμό καί ἀφοσίωση, σᾶς θερμαίνουμε μέ τήν ἀγάπη μας καί σᾶς πολυχρονίζουμε με τά λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πού ἀποτυπώνουν ἐν πολλοῖς το χαρακτῆρα τῆς διακονίας σας, καί ἠχοῦν ὡς εὐχές καί προτροπές οὐράνιες γιά τή συνέχεια τῆς τετιμημέ-νης ποιμαντορίας σας: Τοιοῦτος ἡμῖν ἔπρεπεν ἀρχιερεύς…δυνάμενος συμπαθῆσαι ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν… ἐλεήμων και πιστός τά προς τον Θεόν…ὅσιος ἄκακος ἀμίαντος κεχωρισμένος ἀπό τῶν ἁμαρτωλῶν[7]…. ἀνεπίληπτος…ἀνέγκλητος ὡς Θεοῦ οἰκονόμος…
Πλεῖστα εὐφρόσυνα καί ἁγιοφύλακτα τά ἔτη σας!
Πρωτοπρεσβύτερος Χαρίλαος Ε. Παπαγεωργίου
[1] Ἰγνατίου, προς Ῥωμαίους I.1
[2] Προς Πολύκαρπον III.1
[3] Μαρ. 9. 33-41
[4] Προς Τραλλιανούς VIII .1
[5] Πρός Ἐφεσίους Χ.1
[6] Πρός Τραλλιανούς Ι.1
[7] Ἑβραίους 7.26