Πάνδημη ήταν η συμμετοχή του λαού στην Θεία Λειτουργία, που τελέστηκε σήμερα στον Ιερό Ναό Αγίου Γεωργίου Νέας Αγχιάλου, λίγα εικοσιτετράωρα μετά το παρ’ ολίγον ολοκαύτωμα της πόλης και της ευρύτερης περιοχής. Είναι χαρακτηριστικό δε ότι οι κάτοικοι της περιοχής αποδίδουν την σωτηρία τους στον προστάτη τους Άγιο Γεώργιο και στον Άγιο Παντελεήμονα, το παρεκκλήσιο του οποίου βρίσκεται πλησίον του Συνεταιρισμού. Της Θείας Λειτουργίας προεξήρχε ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος, ο οποίος, για δεύτερη φορά, τις ημέρες αυτές, βρέθηκε κοντά στους Αγχιαλίτες, μάλιστα κατά την επέτειο του ολοκαυτώματος της Αγχιάλου της Ανατολικής Ρωμυλίας το 1906.
Στο κήρυγμά του ο Σεβασμιώτατος αναφέρθηκε στο θαύμα του χορτασμού των πεντακισχιλίων, που διασώθηκε στο Ευαγγελικό ανάγνωσμα της σημερινής Κυριακής, στο οποίο η Εκκλησία μας, όπως επεσήμανε, διακρίνει το Μυστήριο της Ευχαριστίας και την ανάγκη του ανθρώπου για την Ευχαριστιακή ένωση με τον Χριστό: «Πρόκειται για το Μυστήριο της ψυχής μας, που μας ενώνει μαζί Του και με όλους όσοι πιστεύουμε σ’ Αυτόν και συγκροτούμε το Σώμα του Χριστού. Εκείνος μας προσφέρει το Ευαγγέλιο της χαράς, ότι δεν χαθήκαμε, δεν είμαστε για τον θάνατο, αλλά για την ζωή. Όταν κανείς ενστερνιστεί αυτή την αλήθεια, δεν έχει τίποτα να φοβηθεί. Ο Χριστός μας προσφέρει την ουσιαστική ενότητα, όχι ενότητα συμφερόντων, απόψεων και ιδεών, αλλά ψυχής και καρδιάς, κοινής πίστεως. Μας διδάσκει ότι κάποιες φορές ανεβαίνουμε Γολγοθά, αλλά την σταύρωση ακολουθεί η Ανάσταση».
Σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο κ. Ιγνάτιος αναφέρθηκε στο ολοκαύτωμα της Αγχιάλου το 1906: «είστε απόγονοι ανθρώπων, που ξεριζώθηκαν, παίρνοντας μαζί τους την Παράδοση, τα όσια και τα ιερά τους και ήρθαν εδώ και δημιούργησαν μια νέα πολιτεία, έφεραν πολιτισμό, έφτιαξαν έναν περίφημο Συνεταιρισμό 105 χρόνων, μοναδικό σ’ όλη την Ελλάδα, που φανερώνει ότι η ενότητα σώζει τους ανθρώπους». Μιλώντας για τα τραγικά γεγονότα των τελευταίων ημερών, ο Ποιμενάρχης μας τόνισε ότι «νιώσαμε τί σημαίνει τρόμος και αίσθηση πολέμου. Το γεγονός συγκλόνισε την Ελλάδα κι όλο τον κόσμο, γιατί δεν έχει δικαιολογία αυτό που έγινε. Μόνο η προσευχή ήρθε στα χείλη και στην καρδιά μας εκείνες τις ώρες». Ο κ. Ιγνάτιος επαίνεσε τους υπευθύνους όλων των φορέων, που έκαναν το καθήκον τους τις ημέρες της μεγάλης φωτιάς, εξήρε, όμως, το λαμπρό παράδειγμα του εθελοντισμού και μάλιστα τα νέων, «που δεν είναι αυτονόητο πάντοτε και παντού. Οι νέοι έτρεξαν και βοήθησαν και αυτός είναι καρπός της ενότητας, ακόμα κι αν δεν έχουν συνειδητοποιήσει μέσα τους ότι λειτουργεί ο Χριστός. Την κρίσιμη στιγμή, παρά τα σφάλματα, τις ελλείψεις – γιατί δυστυχώς υπάρχουν σφάλματα γι’ αυτό που συνέβη – όμως, δόθηκε μια μεγάλη μάχη και σώθηκαν τα χωριά, εκκενώθηκε μια ολόκληρη πόλη και δεν υπήρξε κανείς εγκαταλειμμένος. Σήμερα είμαστε εδώ για να ευχαριστήσουμε, γιατί δεν συνέβη μεγαλύτερη καταστροφή και αντεπεξήλθαμε με αγώνα και ενότητα. Ο Θεός επιτρέπει μια μεγάλη δοκιμασία, η εμπειρία της οποίας, όμως, βοηθά ν’ αντιμετωπίσουμε καταστάσεις πολύ χειρότερες. Αυτό που συνέβη εδώ είναι όντως μοναδικό και δεν έπρεπε ποτέ να συμβεί. Όμως, τούτη τη στιγμή, σ’ ολόκληρη την Ελλάδα, λαμβάνονται τα πιο μεγάλα και αυστηρά μέτρα, για να μη ξανασυμβεί».
Ο Σεβασμιώτατος αναφέρθηκε στο κύμα της συμπαράστασης που δέχθηκε τούτες τις μέρες από δεκάδες Αρχιερείς, ανά την Ελλάδα και από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, ο οποίος εξέφρασε την αγάπη και την συμπάθειά του στον λαό μας. Όμως, ο Σεβ. Ποιμενάρχης μας εξέφρασε και τον βαθύ του πόνο για την καταστροφή του Οινοποιητικού Συνεταιρισμού της Ν. Αγχιάλου, με τον οποίο ιδιαιτέρως συνδέθηκε όλα αυτά τα χρόνια: «Η καταστροφή αυτή, με πόνεσε πάρα πολύ και θέλω να πιστεύω ότι θα δοθεί μια δίκαιη λύση και να επανέλθει εκεί που πρέπει να είναι, για να μπορούμε να λέμε στις επόμενες γενιές ότι σταθήκαμε αντάξιοι σ’ αυτή την δύσκολη στιγμή. Άλλωστε, μη ξεχνάμε ότι οι Αγχιαλίτες ξέρουν να σηκώνονται και πάλι μετά από μία καταστροφή. Έτσι θα συμβεί και τώρα».
Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας ο Σεβασμιώτατος τέλεσε μνημόσυνο για τα θύματα του ολοκαυτώματος της Αγχιάλου στην Ανατολική Ρωμυλία το 1906.