Του Σεβ. Δημητριάδος κ.Ιγνατίου
Η αυριανή επέτειος της Αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως από τους Τούρκους το 1453 όχι μόνον αποτελεί καθοριστική καμπή στην ιστορική πορεία του Γένους μας αλλά και δονεί τις πιο βαθιές χορδές της κάθε Ελληνικής ψυχής. Δεν πρόκειται μόνον για την κατάληψη μιας πόλης, ούτε ακόμη και για την κατάλυση μιας ένδοξης Αυτοκρατορίας, έστω συρρικνωμένης και πλήρως καταβεβλημένης. Το γεγονός της Αλώσεως σηματοδοτεί την ολοκλήρωση ενός κύκλου συνύπαρξης μεταξύ μιας πολιτικής διοίκησης και μιας έμπρακτης Χριστιανικής πνευματικότητας, στηριγμένης στο αυθεντικό ήθος των Πατέρων και των Αγίων της Εκκλησίας του Χριστού.
Η συμπόρευση των δύο θεσμών, κράτους και Εκκλησίας, καθ΄ όλη τη διάρκεια της ιστορικής διαδρομής τής -καλουμένης- Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, απετέλεσε έναν διαρκή αγώνα ισορροπίας ανάμεσα στο διαχρονικό και το πρόσκαιρο, τη θεωρία και την πράξη, το ιδεώδες και το αναγκαίο. Οι σχέσεις των δύο αυτών θεσμών έφτασαν πολλές φορές σε οριακό σημείο, η επικράτηση όμως του αμοιβαίου σεβασμού και της ισότιμης συνεργασίας συνέβαλε στην ωφέλεια και των δύο, με διαφορετικό βέβαια τρόπο: Η Εκκλησία απέκτησε δυνατότητες, ώστε να κάνει ορατό το πνεύμα της αγάπης που παρέλαβε από τον Ιδρυτή της και να διαποτίσει ολοκληρωτικά την κοινωνία με ένα διαφορετικό ήθος, αλλά και μια νέα προοπτική.
Καθ΄ όλη τη διάρκεια των σχεδόν 11 αιώνων Iστορίας, ο εκάστοτε Βυζαντινός Αυτοκράτορας δεν αντιλαμβάνεται τον εαυτό του απλώς και μόνον ως έναν στρατιωτικό και πολιτικό ηγέτη, που ως μοναδικό σκοπό έχει να αυξήσει την κυριαρχία του. Πέραν τούτου, αισθάνεται τον εαυτό και ως θεματοφύλακα αξιών και ήθους. Το γεγονός αυτό αναδεικνύεται με τον πλέον τραγικό τρόπο πάνω στα τείχη της Βασιλεύουσας ένα ξημέρωμα σαν το αυριανό. Η ηρωικότερος και τραγικότερος από όλους του Βυζαντινούς Αυτοκράτορες Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έχει πλήρη γνώση της ιστορικής παράδοσης των προκατόχων του, της οποίας αποτελεί τον τελευταίο κρίκο, αλλά και πλήρη επίγνωση των διαστάσεων του ρόλου του. Διακατέχεται λοιπόν από το φρόνημα, αλλά και την προθυμία να υπερασπιστεί, έστω και χωρίς ελπίδα, ένα όραμα, το οποίο είναι βέβαιος πως θα επιζήσει, ακόμη και όταν η ορατή δομή -το Βυζαντινό κράτος- καταλυθεί. Έτσι, η στάση του και η θυσία του μεταβάλλουν μια αναπόφευκτη στρατιωτική ήττα σε σημείο αναφοράς και κριτήριο αξιολόγησης μιας πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας, σημείο που διατηρεί την ισχύ του μέχρι σήμερα.
Αυτός, ο τελευταίος Βυζαντινός Αυτοκράτορας, αφού έχει υπερβεί την «σύνεση» να μην αναλάβει τα ηνία μιας καταδικασμένης αυτοκρατορίας, προσφέρει στην ελληνική και παγκόσμια πολιτική -και όχι μόνον- Ιστορία, τον κορυφαίο παράγοντα νίκης: τη θυσία. Αυτήν, που εξασφαλίζει νίκες, όχι στα πεδία των μαχών και στα διπλωματικά γραφεία, αλλά στους κάμπους της ψυχής των ανθρώπων και των λαών.
Η χριστιανική πίστη δεν αποτελεί ιδεολογία, ούτε συγκροτεί πολιτικό σύστημα. Προτάσσει το μεγαλείο της θυσίας προς υπεράσπισιν του μεγαλείου του ανθρώπου και της αιώνιας προοπτικής του, μεταβάλλοντας τον θάνατο σε σπόρο ζωής. Με αυτό το πνεύμα, ο Παλαιολόγος επέλεξε τη θυσία, η οποία έθρεψε οράματα, που κατανίκησαν τελικά τους πορθητές της 29ης Μαΐου 1453. Οράματα αληθινής πολυπολυτισμικότητας, στηριγμένα στην οικουμενικότητα της Χριστιανικής πίστης που ενέπνευσαν τον Ρήγα και πολλούς ακόμη και τους κατέστησαν άξιους να ποτίσουν και με τη δική τους θυσία το δέντρο της Ελευθερίας. Είναι τα ίδια οράματα για συνέπεια, ευθύνη, αγάπη, δικαιοσύνη και ηρωισμό, που διεκδικούν μια θέση στη συζήτηση των καιρών μας για έξοδο από την κρίση και που οπωσδήποτε δεν έχουν πει ακόμη την τελευταία λέξη τους.