ΜΗΝΥΜΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ ΚΑΙ ΑΛΜΥΡΟΥ κ.κ. ΙΓΝΑΤΙΟΥ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΕΣΠΕΡΙΝΟΥ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΘΗΛΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ 2019
Αγαπητοί μου πατέρες και αδελφοί, παιδιά μου εν Κυρίω αγαπημένα.
Ὧρες φορτισμένες μέ σιωπή καί κατάνυξη, μπροστά στό Σταυρό τοῦ Χριστοῦ μας, τούτη τήν πανεπίσημη ἡμέρα. Στιγμές, πού ζυγίζουν αἰωνιότητα. Τά μάτια γεμίζουν δάκρυα καί ἡ καρδιά προσευχή. Καί ὁ πένθιμος ἦχος τῆς καμπάνας, ὑποβλητικός καί μεγαλόπρεπος, θαρρεῖς ἀντιφωνεῖ τό συγκλονιστικότερο γεγονός στήν ἱστορία τοῦ κόσμου. «Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου ὁ ἐν ὕδασι τήν γῆν κρεμάσας».
Ἰδού, σήμερα τελεσιουργεῖται ἐνώπιόν μας τό ἀποτρόπαιο ἔγκλημα τοῦ Γολγοθᾶ. Εἴμαστε παρόντες, καί βιώνουμε στό ἔπακρο τό Θεῖο Δρᾶμα. Βλέπουμε τή Σταυρωμένη ἀγάπη νά πάσχει. Ὀδύνη ἄφατη. Ἀπαραμύθητος πόνος. Ἤδη σίγησε τό σφυροκόπημα στά ἄχραντα ἄκρα τοῦ Ἰησοῦ. Οἱ σταυρωτές τελείωσαν τό ἀνίερο ἔργο τους. Ὁ Πιλάτος ἀποποιήθηκε τήν εὐθύνη, ὁ ὄχλος, ὁ «δυσσεβής καί παράνομος», ἱκανοποιημένος, ἀποσύρθηκε. Πάνω στό Σταυρό «ὁ ὡραῖος κάλλει παρά πάντας βροτούς», καθημαγμένος. Μόνος Ἐκεῖνος, καί μπροστά Του, μαζί μέ τήν πονεμένη Παναγιά καί τόν ἠγαπημένο μαθητή, ἐμεῖς. Θέλουμε νά εἴμαστε δικοί Του, γί΄ αὐτό καί προστρέξαμε μέ ὅλη τή στοργή καί τή λατρεία μας κοντά Του.
Θέλουμε νά εἴμαστε δικοί Του, γι’ αὐτό καί προσηλώνουμε μέ ἀφοσίωση στήν πονεμένη μορφή Του τό βλέμμα μας. Ἀφουγκραζόμαστε, ὅμως, βαθειά στήν καρδιά μας τό σιωπηλό Του παράπονο νά μᾶς πληγώνει. «Λαός μου, τί ἐποίησά σοι καί τί μοί ἀνταπέδωκας»; Ἀντιλαμβανόμαστε πῶς δέν διαλέγεται τούτη τήν ὥρα μέ αὐτούς, οἱ ὁποῖοι Τοῦ ἀνταπέδωσαν «ἀντί τοῦ μάννα χολήν, ἀντί τοῦ ὕδατος ὄξος». Σήμερα νοιώθουμε νά ἀπευθύνεται σέ μᾶς, κι αὐτό μᾶς ἀναστατώνει. Γιατί καί ἐμεῖς εὔκολα ξεχνᾶμε τίς δωρεές Του, καί λησμονοῦμε τίς εὐεργεσίες Του. Ἐκεῖνος, ὄντως, μᾶς ἔχει ἀφειδώλευτα ἐλεήσει μέ τόν πλοῦτο τῆς χρηστότητάς Του, μέ τά ἀνεξάντλητα ἀποθέματα τῶν δωρεῶν Του, μέ τήν κραταιά προστασία Του. Κι ὅμως ἐμεῖς φερόμαστε ἀπέναντί Του μέ ἀγνωμοσύνη καί προκατάληψη, μέ κακότητα καί κρυψίνοια. Ἐπιδιώκουμε νά ὑποτιμήσουμε τά ἀνεκτίμητα δῶρα Του, καί κυρίως νά μειώσουμε τήν ἀνάγκη τῆς παρουσίας Του στή ζωή μας. Προτιμοῦμε νά ἐμπιστευόμαστε τό μέλλον μας στά ἐπίγεια ἐπιτεύγματά μας, πού ἀποδεικνύονται ἀνεπαρκῆ, παρά στή δική Του πρόνοια καί ἀγάπη. Ἐκτροχιασμένοι ἀπό τή μέθη τῆς ἐπιστήμης καί τήν ἀλαζονεία μας, θέλουμε νά παραστήσουμε τούς ἑαυτούς μας αὐτόνομες ὑπάρξεις μέσα στό σημερινό χάος τῆς κοινωνίας μας. Ἐκεῖνος μᾶς ἔδωσε τίς αἰώνιες καί ἀκατάλυτες ἀρχές Του, πού μποροῦν νά κάνουν τή γῆ μας ἕναν σωστό παράδεισο ἀνθρωπιᾶς καί καλωσύνης, καί ἐμεῖς ἐπιδεικτικά τίς περιφρονοῦμε. Ὤ, ἡ ἀχαριστία, πληγώνει καί πονάει ὅσο καί ἡ προδοσία.
«Τί περισσότερο, ἄραγε, ζητᾶτε ἀπό Ἐμένα; -ἀκοῦμε νά μιλάει στήν καρδιά μας ὁ Ἐσταυρωμένος, κατά τόν χρυσορρήμονα Ἰωάννη. Τά πάντα εἶμαι Ἐγώ γιά σᾶς, πατέρας, μάνα καί ἀδελφός καί φίλος καί νυμφίος. Ἐγώ ἔγινα φτωχός γιά σᾶς, ἔγινα καί ἐπαίτης. Καί ρίζα εἶμαι, καί τροφή καί ἔνδυμα καί θεμέλιο, καί κάθε τί πού θέλετε, γιά νά μήν ἔχετε ἀπό τίποτε ἀνάγκη. Καί ὅμως, «ἀντί τοῦ ἀγαπᾶν με, σταυρῷ μέ προσηλώνετε».
Ὄντως, καί σήμερα Τόν ξανασταυρώνουμε μέ τή ζωή καί τή συμπεριφορά μας, μέ τίς ἀστοχίες καί τά πάθη μας. Τόν ξανασταυρώνουμε μέ τήν ἀπύθμενη κακία καί σκληροκαρδία μας. Ἐπαναλαμβάνουμε καθημερινά τό ἔγκλημα τῶν σταυρωτῶν του στό πρόσωπο τῆς εἰκόνας Του, στό πρόσωπο τοῦ ἀδύνατου, πού περιφρονοῦμε, τοῦ ξένου πού ἀποστρεφόμαστε, τοῦ ἐμπερίστατου, πού τόν ἀντιπαρερχόμαστε, τοῦ καταφρονεμένου, πού ἴσως ἐκμεταλλευόμαστε γιά νά ἱκανοποιήσουμε ἄνομες ἐπιδιώξεις καί φιλοδοξίες. Τόν ξανασταυρώνουμε, ὅταν ἀνεχόμαστε κοινωνικές ἀδικίες, ὅταν νομιμοποιοῦμε φοβερά ἐγκλήματα, ὅταν μέ τήν ἔνοχη σιωπή μας συναινοῦμε νά θανατώνονται ἄσπλαγχνα κάθε χρόνο χιλιάδες ἀθώων, ἀγέννητων παιδιῶν, ὅταν μέ τόν φανατισμό μας βλέπουμε τόν κάθε ἄλλο ὡς ξένο καί ἐχθρό.
Καί σήμερα ὁ Χριστός μας ξανασταυρώνεται, ἀπό ὅσους περιφρονοῦν καί καταδιώκουν τήν ἐκκλησία Του, ὅσους χλευάζουν καί μάχονται τήν πίστη σέ Κεῖνον, στερεωμένοι στήν πρόσκαιρη δύναμή τους, ὅσους ἀποκαθηλώνουν τά σύμβολα καί τίς εἰκόνες Του, ὅσους ἐπιχειροῦν νά Τόν διαγράψουν ἀπό τή ζωή μας, νά Τόν σβήσουν ἀπό τίς συνειδήσεις μας, νά ἐξαλείψουν τό ὄνομά Του ἀπό τήν παιδεία μας, νά ἀποξενώσουν τούς νέους ἀπό τίς ἀλήθειες τῆς πίστης μας, ἀπό ὅσους μεθοδεύουν τόν θρησκευτικό ἀποχρωματισμό τῆς πατρίδας μας.
Ὅμως Ἐκεῖνος, πάλιν καί πολλάκις Σταυρούμενος, συγχωρεῖ, μακροθυμεῖ καί μᾶς περιμένει κάθε φορά στήν εὐχαριστιακή λειτουργία, τή διαθήκη τῆς ἀπροσμέτρητης φιλανθρωπίας Του. Μᾶς προσφέρεται, ἐπιφυλάσσοντάς μας δυνατότητες πού δέν ὑποψιαζόμαστε, προοπτικές ἀσύλληπτες, ὑπερβατικές καί θεῖες.
«Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου». Καί ἰδού, δέος ἱερό συνεπαίρνει ὁλόκληρη τήν ὕπαρξή μας. Στεκόμαστε μέ συντριβή μπροστά στόν Ἐσταυρωμένο, μέ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητάς μας, ἀλλά καί τῆς ἄπειρης εὐσπλαγχνίας Του. Ἀπογοητευμένοι, ἴσως, ἀπό τήν ξέφρενη πορεία καί τή σκληροκαρδία μας, προδομένοι ἐνδεχομένως ἀπό τά ἰνδάλματά μας, ἀλλά ἀποφασισμένοι νά καταφύγουμε στόν ὠκεανό τοῦ ἐλέους Του.
Ἀφήνουμε, τούτη τήν ὥρα, νά Τοῦ μιλήσει περισσότερο ἡ φτωχή μας καρδιά, παρά τά χείλη μας.
Σταυρώθηκες, Κύριε, γιά μᾶς, μᾶς «ἐξηγόρασας ἐκ τῆς κατάρας τοῦ νόμου». Ἄρα, Σοῦ ἀνήκουμε. Εἶσαι ὁ Κύριός μας, ἡ ἀπαντοχή μας, ἡ ἀγάπη μας, ἡ χαρά μας, ἡ ἐλπίδα μας. Δέν παύεις νά μᾶς ἀγαπᾶς, ἀκόμα κι ὅταν Σέ προδίδουμε. Δέν ἀποκάμνεις νά περιμένεις τήν μεταστροφή μας, παρά τό ὅτι καθημερινά Σέ ξανασταυρώνουμε ἀνεπίγνωστα, μέ τίς μικρότητες καί τά πάθη μας, μέ τίς ἐπιπολαιότητες καί τήν ἀσυνέπειά μας. Ἐσύ συνεχίζεις νά μᾶς συγχωρεῖς, νά μᾶς καλύπτεις μέ τήν ἀνεξικακία καί τήν ἀγάπη Σου, νά μᾶς ἀγκαλιάζεις προστατευτικά μέ τά ἁπλωμένα στό Σταυρό ἄχραντα χέρια Σου. Ὅλα τά κύτταρα τῆς ὕπαρξής μας εἶναι διαποτισμένα ἀπό τή δική Σου ἀγάπη. «Σοί μόνῳ ἡμαρτάνομεν, ἀλλά καί σοί μόνῳ λατρεύομεν». Ἄν ἔχουμε ἕνα στήριγμα νά ξαποστάσουμε, εἶσαι Ἐσύ. Ἄν ὑπάρχει κάποιος νά μᾶς ἐμψυχώνει στίς τρικυμίες τοῦ βίου μας, εἶσαι Ἐσύ. Ἄν εἶναι κάποιος πάντα παρών στόν πόνο καί τή θλίψη μας, ἕτοιμος νά ἐνσταλάξει ἰάματα στίς ὅποιες πληγές μας, εἶσαι Ἐσύ. Καμμιά παρηγοριά δέν ὑπάρχει μακρυά Σου, γιατί μονάχα Ἐσύ ἔχεις τή μυστική δύναμη νά γαληνεύεις, νά γιατρεύεις, νά χαροποιεῖς. Μονάχα Ἐσύ ἀναιρεῖς τόν κόσμο τῆς φθορᾶς, μεταστοιχειώνοντάς τον σέ κόσμο τῆς ἀφθαρσίας, ἔτσι ὥστε τόν θάνατο νά διαδέχεται ἡ ζωή, τήν προσωρινότητα ἡ ἀθανασία, τόν Γολγοθά ἡ Ἀνάσταση. Ἐσύ φέρνεις «διά τοῦ Σταυροῦ χαρά ἐν ὅλῳ τῷ κόσμῳ».
Ἀξίωσέ μας, Κύριε, νά βιώσουμε αὐτή τήν θεία ἐμπειρία. Ἀξίωσέ μας, νά συσταυρωθοῦμε, νά συμπορευθοῦμε στό δικό Σου δρόμο, τῆς αὐταπάρνησης καί τῆς θυσίας, γιά νά Σέ ἀκολουθήσουμε καί στή δόξα καί τή χαρά τῆς Ἀνάστασης. Ἀξίωσέ μας νά ζήσουμε καί τό αἰώνιο Πάσχα, στή μακαριότητα καί ἀτελεύτητη εὐφροσύνη τῆς οὐράνιας βασιλείας Σου. Ἰδού, Σοῦ προσφέρουμε τά μύρα τῆς λατρείας μας, τά δάκρυα τῆς συντριβῆς μας, τόν ὕμνο τῆς τετρωμένης ἀπό τήν ἀγάπη Σου καρδιᾶς μας. «Προσκυνοῦμεν Σου τά πάθη Χριστέ, δεῖξον ἡμίν καί τήν ἔνδοξόν Σου Ἀνάστασιν»!
Μετά πολλής πατρικής αγάπης,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
† Ο ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ ΙΓΝΑΤΙΟΣ