
Στήν ἀγαπημένη Του Καπερναούμ εἰσοδεύει σήμερα ὁ Ἰησοῦς. Ἐκεῖ προσέρχεται ἕνας ἀξιωματικός τοῦ ρωμαϊκοῦ στρατοῦ κατοχῆς, γιά νά Τόν ὑποδεχθεῖ. Ἕνας ἑκατόνταρχος ἰσχυρός καί δυνατός ταπεινώνεται μπροστά στόν φαινομενικά ἀδύναμο Ναζωραῖο. Ὁ κατακτητής ὑποκλίνεται στόν κατακτημένο. Ταπεινώνεται ὁ ἀγέρωχος ἀξιωματικός ἀπό ἀγάπη γιά ἕναν ὑπηρέτη του. Ἐκλιπαρεῖ τόν Ἰησοῦ νά θεραπεύσει τόν δοῦλο του. Ἔχει ἀπέραντη ἐμπιστοσύνη στή δύναμη τοῦ Χριστοῦ. Ἔχει τόση πίστη στόν Κύριο, ὥστε θεωρεῖ ὅτι μόνο μέ ἕνα λόγο ἀπό Ἐκεῖνον μπορεῖ νά ἔλθει τό ποθούμενο. Δέν θεωρεῖ τόν ἑαυτό του ἄξιο νά ὑποδεχτεῖ τόν Χριστό στό σπίτι του, γι’ αὐτό ζητάει κάτι βαθυστόχαστο: «εἰπέ λόγῳ».
Ὁ ἑκατόνταρχος λέγει στόν Ἰησοῦ «εἰπέ λόγῳ» καί ἄθελά του θεολογεῖ. Δέν ζητάει τόν λόγο ἑνός ἀνθρώπου. Ἐκείνη τή στιγμή ἔχει τή βαθύτατη πεποίθηση ὅτι ζητάει ἕναν λόγο ἀπό τόν Θεό. Ὁ ρωμαῖος ἀξιωματικός περιμένει ἕναν λόγο ἀπό τό πρόσωπο πού μέ τό λόγο Του ἔπλασε τά σύμπαντα. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει δύναμη δημιουργική. Τόν ἀκοῦμε στό βάθος τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης νά ὁμιλεῖ καί νά γίνονται τά πάντα. Γιά τόν Θεό τό «εἶπε» καί «ἐγένετο» εἶναι μία πραγματικότητα ἀσύλληπτη ἀπό τό ἀνθρώπινο μυαλό. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι ἕνας ἦχος πού ἁπλῶς ταξιδεύει, χωρίς νά ἀλλάζει κάτι. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει οὐσία. Τό περιεχόμενό του γίνεται πραγματικότητα, ἀποκτάει μορφή, ἀποκτάει ζωή, γίνεται πλάσμα. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ ὁλόκληρη τήν ὑλική φύση μέσα στήν ὁποία ζοῦμε. Ὁ κόσμος, ὅπως τόν γνωρίζουμε, στηρίζεται στόν λόγο τοῦ Θεοῦ. Κυοφορεῖ μέσα του τή λογική τοῦ Θεοῦ. Ἡ πλάση μέ τήν ὕπαρξή της φανερώνει τήν τελειότητα τοῦ θεϊκοῦ λόγου. Μέ τήν ἁρμονία της φανερώνει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο ἐκφράζεται μέ τόν λόγο Του. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐσιώνεται στά πλάσματά Του, γι’ αὐτό καί ὅλα τά δημιουργήματα μιλοῦν σιωπηλά καί ἀθόρυβα γιά τόν Θεό. Ὅλα τά κτίσματα διηγοῦνται τή σοφία καί τή δόξα τοῦ Κτίστη. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δίνει λόγο στά πάντα. Ὅλα τά ὄντα ἔχουν τόν δικό τους λόγο, πού τόν ἔλαβαν ἀπό τόν Θεό. Αὐτός ὁ λόγος εἶναι ἕνα σιωπηλό τραγούδι πού ὑμνεῖ, εὐχαριστεῖ καί δοξάζει τόν Θεό γιά τόν δημιουργικό Του λόγο.
Ὁ ἑκατόνταρχος λέγει στόν Ἰησοῦ «εἰπέ λόγῳ» καί ἐνσυνείδητα ὁμολογεῖ πώς ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀναπλαστικός καί θεραπευτικός. Ὁ Θεός μέ τόν λόγο Του ἔπλασε τά πάντα «καλά λίαν». Ἡ τελειότητα τῆς δημιουργίας διασαλεύτηκε, ὅταν μέσα σ’ αὐτήν παρεισέφρησε ἡ ἄλογη καί παράλογη ἁμαρτία. Ἡ μεγάλη ἀσθένεια τῶν ὄντων εἶναι τό κακό. Τό κακό εἶναι ἀρρώστια, ἐπειδή εἶναι μή ὄν. Εἶναι κακό ἐπειδή δέν ὑπάρχει ὡς ξεχωριστό πλάσμα. Τό κακό εἶναι ἡ διαστρέβλωση καί ἡ ἀλλοίωση ὅλων τῶν πλασμάτων. Ὅπως, λοιπόν, ὁ Θεός ἔπλασε τά πάντα μέ τόν λόγο Του, ἔτσι μπορεῖ νά διορθώσει καί τά πάντα μέ τόν λόγο Του. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἐκτός ἀπό δημιουργική δύναμη, ἔχει καί θεραπευτική δύναμη. Ἡ ὑγεία εἶναι ἡ ἀποκατάσταση τῆς φυσικῆς τάξης. Εἶναι ἡ ἐπαναφορά τῶν πλασμάτων στίς πρωταρχικές τους προδιαγραφές. Ὅπως ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ αἰτία τῆς δημιουργίας, ἔτσι εἶναι καί ἡ αἰτία τῆς ἀποκατάστασης καί τῆς θεραπείας. Ὁ πονεμένος καί ἄρρωστος ἄνθρωπος καταφεύγει στόν λόγο τοῦ Θεοῦ, γιά νά βρεῖ τήν ἴαση, τήν ἀποκατάσταση, τήν ὑγεία.
Τέλος, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ ἔχει καί ἕνα τρίτο χαρακτηριστικό. Εἶναι διδακτικός, παιδαγωγικός καί μεταμορφωτικός. Ὁ Χριστός στό σημερινό θαῦμα μέ τόν λόγο Του θεράπευσε τόν ἄρρωστο ὑπηρέτη τοῦ ἀξιωματικοῦ καί παιδαγώγησε τούς ἀκροατές Του, ὅταν ἐπαίνεσε τήν πίστη τοῦ ἑκατόνταρχου. Μέ τόν λόγο Του ἐπίσης δίδαξε πώς ἡ σωτηρία εἶναι ὑπόθεση ὅλης τῆς ἀνθρωπότητας καί ὄχι μόνο μιᾶς ἐκλεκτῆς φυλῆς. Ὁ Θεός μέ τόν λόγο Του διδάσκει τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας καί τούς τρόπους τῆς σωτηρίας. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ γίνεται γιά τόν ἄνθρωπο δρόμος. Ὅποιος βαδίζει πάνω στόν λόγο τοῦ Θεοῦ πορεύεται σωστά στή ζωή του. Βιώνει τή χαρά, τήν ἑνότητα, τήν ἐσωτερική πληρότητα, τήν ψυχική ἰσορροπία, τήν ἀδιάψευστη ἐλπίδα τοῦ μέλλοντα αἰώνα. Σέ μία ἐποχή πού ὁ ἀνθρώπινος λόγος στερεῖται τῆς στοιχειώδους λογικῆς καί τό παράλογο σαγηνεύει, ζητάει ὁ ἄνθρωπος τόν παιδαγωγικό λόγο τοῦ Θεοῦ. Στόν λόγο τοῦ Θεοῦ λύνονται ὅλα τά προβλήματα, δίνεται ἀπάντηση στά ὑπαρξιακά ἐρωτήματα, γίνεται διάκριση τοῦ σωστοῦ ἀπό τό λάθος, ἀναπαύεται ἡ πονεμένη συνείδηση. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ θεμελιώνει τήν ἀληθινή πρόοδο, τόν εὐλογημένο ὀρθολογισμό, τήν καλοπροαίρετη ἔρευνα. Μόνον ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ βάση γιά κάθε ἐπίτευγμα πού κάνει τόν ἄνθρωπο καλύτερο.
Σήμερα ὁ ἑκατόνταρχος λέγει στόν Χριστό: «εἰπέ λόγῳ» καί μᾶς δείχνει ὅτι αὐτός ὁ λόγος εἶναι δημιουργικός, θεραπευτικός καί παιδαγωγικός. Ἄς ἀφουγκραζόμαστε τόν διαχρονικό καί πάντοτε ἐπίκαιρο λόγο τοῦ Θεοῦ. Κοντά Του θά φωτιζόμαστε μέ τό ἄκτιστο φῶς τῆς δόξας καί τῆς ἀγάπης Του, τό ὁποῖο μακάρι νά αὐγάζει πάντοτε ἀκατάπαυστα τά ἐσώτατα τῆς καρδίας μας. Ἀμήν.
Επιμέλεια Κειμένου : Πρωτ. Δημήτριος Κατούνης