22 Ιουνίου, 2024

«τό ἔργον ἐτελείωσα ὅ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω» – Tο κήρυγμα της Ιεράς Μητροπόλεως για την Κυριακή των Αγίων Πατέρων της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου, 16/6/2024

Ἡ Ἁγία Ἐκκλησία ἀπό τό βράδυ τῆς Ἀνάστασης καί γιά ὅλη τήν περίοδο τοῦ Πεντηκοσταρίου προβάλλει τή Θεότητα τοῦ Ἰησοῦ. Τήν Κυριακή τοῦ Θωμᾶ ἀκούσαμε τόν ζωηρό μαθητή νά ὁμολογεῖ: «ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου». Τήν ἑπόμενη Κυριακή οἱ Μυροφόρες μετέχουν στήν ἐμπειρία τῆς Ἀνάστασης, γιά νά καταλάβουν πώς Αὐτός πού θάφτηκε δέν ἦταν μόνον τέλειος ἄνθρωπος ἀλλά καί τέλειος Θεός, ἀφοῦ ἐκεῖνες βρῆκαν ἄδειο τόν τάφο τοῦ Θεοῦ! Στόν παράλυτο τῆς Βηθεσδά παρουσιάζεται ὁ Χριστός ὡς Θεός νομοθέτης. Στή Σαμαρείτιδα παρουσιάζεται ὡς Θεός Μεσσίας. Στή Μεσοπεντηκοστή ἀποκαλύπτεται ὡς ἡ ἐνυπόστατη Σοφία τοῦ Θεοῦ. Στόν τυφλό τῶν Ἱεροσολύμων ἐνεργεῖ ὡς Θεός Δημιουργός. Στήν Ἀνάληψη λαμπρύνεται ὡς τό Δεύτερο Πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδας, μεταθέτει τήν ἀνθρωπότητα στόν θρόνο τῆς Θεότητας καί προτυπώνει τήν ἔνδοξη δεύτερη παρουσία Του. Σήμερα τιμοῦμε τούς σεπτούς πατέρες τῆς Πρώτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, οἱ ὁποῖοι μέ τή σειρά τους ὁμολόγησαν τήν τέλεια Θεία Φύση τοῦ Ἰησοῦ καί ὑπερασπίστηκαν τή Θεότητα τοῦ Χριστοῦ ἔναντι τοῦ αἱρετικοῦ Ἄρειου, πού Τόν ὑποβίβαζε σέ δημιούργημα.

Στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς ἡμέρας ἀκούσαμε τόν Κύριο νά λέγει: «τό ἔργον ἐτελείωσα ὅ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω». Μιλάει στόν Πατέρα Του. Τό βράδυ πρίν ἀπό τό μαρτύριο τοῦ Σταυροῦ ὁμολογεῖ πώς ὁλοκλήρωσε τό ἔργο πού τοῦ ἔδωσε ὁ Ἄναρχος Πατέρας νά κάνει. Ποιό ἔργο ἀνέθεσε ὁ Πατέρας στόν Υἱό καί Τοῦ ἔδωσε τό κέλευσμα νά κατέβει στή γῆ; Ποιό εἶναι τό ἔργο πού ἀνέλαβε ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί ἔγινε Υἱός τοῦ ἀνθρώπου;

Τό ἔργο τοῦ Θεάνθρωπου Λυτρωτῆ εἶναι τριπλό καί τό ὁλοκλήρωσε ὁ Ἰησοῦς μέ ἀπόλυτη ἐπιτυχία. Πρῶτον, φανέρωσε στήν πλανεμένη ἀνθρωπότητα ὁλόκληρη τήν Ἁγία Τριάδα. Κατέρριψε τό ψεῦδος τῆς εἰδωλολατρίας καί ἀποκάλυψε στήν κτίση τόν Κτίστη. Φανέρωσε στούς ἀνθρώπους τό ὄνομα τοῦ Πατέρα, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ξεκαθάρισε πώς δέν ὑπάρχει ἄλλος Θεός ἐκτός ἀπό τόν Τριαδικό Θεό. Κάθε πίστη σέ ὁτιδήποτε ἄλλο καί σέ ὁποιονδήποτε ἄλλο εἶναι πλάνη καί οἰκτρός ἐγκλωβισμός. Κάθε ἄλλη πίστη εἶναι θρησκεία, δηλαδή ἀνθρώπινο κατασκεύασμα καί ὄχι ἀποκάλυψη Θεοῦ. Κάθε ἄλλη πίστη εἶναι μάταιη περιπλάνηση καί ὄχι λυτρωτική σχέση. Οἱ ἄνθρωποι ἀνά τούς αἰῶνες περιπλανήθηκαν στούς ἄσκοπους διαδρόμους τῶν φιλοσοφιῶν καί τῶν ἰδεολογιῶν, προκειμένου νά καλύψουν τό ἐσωτερικό τους κενό. Ἐπιθύμησαν τόν Θεό, ἀλλά Τόν ἔψαξαν μέσα ἀπό τήν ἁμαρτία, γι’ αὐτό δέν Τόν βρῆκαν ποτέ. Στή θέση Του ἔφτιαξαν ποικιλόμορφα εἴδωλα καί τά προσκύνησαν. Τό ἴδιο κάνουν καί σήμερα. Προσκυνοῦν τά κατασκευασμένα εἴδωλα τῆς ἐποχῆς, διότι διψοῦν γιά Θεό, διψοῦν γιά τό τέλειο καί τό ἀπόλυτο, ἀλλά τό ψάχνουν στή ματαιότητα, στό ψέμα καί στήν πτώση. Ἔτσι διψοῦν περισσότερο. Ὑποφέρουν ἀπό ὑπαρξιακή ἀφυδάτωση, διότι δέν πίνουν ἀπό τό γάργαρο νερό τῆς θεϊκῆς παρουσίας.

Τό δεύτερο σκέλος τοῦ ἔργου πού τελείωσε ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὅτι ἀνέπλασε τόν ἄνθρωπο. Βρῆκε τήν ἀνθρώπινη φύση σκωληκόβρωτη ἀπό τήν ἁμαρτία καί τήν ἀποκατέστησε. Βρῆκε τούς ἀνθρώπους κατασπαραγμένους ἀπό τόν ἀρχέκακο ὄφι καί τούς θεράπευσε. Ντύθηκε μέ τή σάρκα μας καί τήν πύρωσε μέ τή Θεότητά Του. Τήν ἐξάγνισε. Τήν ἐλευθέρωσε ἀπό τήν τυραννία τῶν παθῶν καί τήν παρέδωσε στόν Θρόνο τῆς Τριάδας ἄσπιλη καί πεντακάθαρη, ὅπως τήν ἤθελε ὁ Δημιουργός, ὅταν τήν ἔπλαθε. Ἔγινε ὁ νέος Ἀδάμ. Κατέστησε τόν ἑαυτό Του παγκόσμιο πρότυπο ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Ὁ Χριστός δέν ἔκανε τόν ἄνθρωπο ἁπλῶς καλύτερο, τόν ἔκανε καινούργιο. Καθώς φόρεσε τήν ἀνθρώπινη φύση, ξαναέπλασε τόν ἄνθρωπο. Μετά τήν Ἐνανθρώπηση δέν καθορίζεται ἡ πορεία τῶν ἀνθρώπων ἀπό κάποιο λάθος ἤ ἀτύχημα ἀλλά ἀπό τήν ἐλεύθερη ἐπιλογή τοῦ καθενός. Μετά τόν Χριστό ὁ καθένας εἶναι ὑπεύθυνος γιά τά λάθη του ἀλλά καί γιά τή σωτηρία του. Καμία κακιά τύχη, καμία κοινωνική συνθήκη, κανένα κληρονομικό λάθος, καμία ἀπροσεξία τῶν γονιῶν, καμία καταπίεση τῶν μαζῶν, καμία ἐπιβουλή τοῦ διαβόλου, κανείς καί τίποτε δέν μπορεῖ νά ἀποφασίσει γιά τήν πορεία ἑνός ἀνθρώπου παρά μόνον ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος. Αὐτή τήν ἐλευθερία τήν κερδίσαμε, ἐπειδή ὁ Χριστός ἔγινε ἄνθρωπος. Ὁ Ἰησοῦς ἔδωσε στόν ἄνθρωπο τήν ἀξία πού εἶχε ὡς κορυφαῖο δημιούργημα. Ἀνέβασε ξανά τήν ἀνθρώπινη φύση στήν κορυφή τῆς δημιουργίας, ἀφοῦ ἀπό ἐκεῖ τήν εἶχε καθαιρέσει ἡ ἀνυπακοή, ἡ κακία καί ἡ ἀμετανοησία. Ὁ Χριστός προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη φύση στό πρόσωπό Του καί ἔκανε τόν ἄνθρωπο κατά χάριν θεό. Αὐτό τό ἔργο τῆς ἀνθρώπινης ἀνάπλασης εἶναι μεγαλύτερο καί πιό σύνθετο μυστήριο ἀπό τό ἔργο τῆς πρώτης δημιουργίας. Στή δημιουργία τό ἄκτιστο μέ τό κτιστό κράτησαν τό ὅριά τους. Στήν ἀναδημιουργία τοῦ ἀνθρώπου ὁ Χριστός ἔσπασε τά ὅρια μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου κατά τρόπο ἀκατάληπτο ἀλλά ἀληθινό. Ἔτσι ἔδωσε τή δυνατότητα σ’ ὅποιον ἐπιθυμεῖ, ἄν καί κτίσμα, νά μετέχει στίς ἄκτιστες ἐνέργειες τοῦ ὑπερτέλειου Θεοῦ.

Τρίτον, λέγει ὁ Χριστός στόν Πατέρα Του: «τό ἔργον ἐτελείωσα ὅ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω», διότι μέ τή σταυρική Του θυσία θεμελίωσε τήν Ἐκκλησία. Ἦλθε στόν κόσμο ὄχι μόνο γιά νά ἀναπλάσει τόν ἄνθρωπο, ἀλλά καί γιά νά ἀποκαλύψει τή Βασιλεία Του. Τί εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Εἶναι ἡ ἀέναη σχέση ὅλων τῶν πιστῶν, πού ἀγαπιοῦνται μεταξύ τους, μέ τόν ἄπειρο Θεό. Εἰκόνα αὐτῆς τῆς Βασιλείας εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Μέσα στήν Ἐκκλησία καλλιεργεῖται ὁ σύνδεσμος τῆς ἀγάπης. Μέσα στήν Ἐκκλησία ὅλοι εἴμαστε ἀδελφοί. Ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλο χωρίς προϋποθέσεις καί χωρίς καιροσκοπισμούς. Μέσα ἀπό τόν ἁγνό καί καθαρό αὐτό σύνδεσμο τῆς ἀγάπης κοινωνοῦμε μέ τόν Θεό καί ἀπολαμβάνουμε τή σχέση μας μαζί Του. Μετέχουμε στά μυστήρια, κοινωνοῦμε τῆς θείας φύσης, προγευόμαστε ἀπό τώρα τόν ἀρραβῶνα τῆς μελλοντικῆς ζωῆς καί Βασιλείας. Μέ τήν Ἐκκλησία τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ συνεχίζεται στό πέρασμα ὅλων τῶν ἐποχῶν. Ἡ Ἐκκλησία γίνεται τό ζωντανό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού ἔχει Ἐκεῖνον ὡς κεφαλή καί ὅλους τούς πιστούς ὡς μέλη. Ἔτσι γινόμαστε τά ζωντανά μέλη ἑνός σώματος, πού πρόκειται νά λυτρωθεῖ καί νά δοξασθεῖ στόν μέλλοντα αἰῶνα τῆς ὄγδοης ἡμέρας.

Πάντοτε ὁ Χριστός πολεμιέται ἀποινῶς καί τό ἔργο Του ἀμφισβητεῖται ἔντονα. Ἐκεῖνος, ὅμως, πού εἶπε στόν Πατέρα Του: «τό ἔργον ἐτελείωσα ὅ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω», πραγματοποίησε τήν ἀποστολή Του. Ἀποκάλυψε τόν Θεό στούς ἀνθρώπους. Ἀνάπλασε τήν ἀνθρώπινη φύση. Θεμελίωσε τήν Ἁγία Ἐκκλησία. Ἐάν ἐμεῖς δεχτοῦμε αὐτό τό ἔργο, θά εἴμαστε οἱ τελικοί νικητές ἀπό τώρα καί γιά πάντοτε. Ἀμήν.

 

Επιμέλεια κειμένου: Πρωτ. Δημήτριος Κατούνης

Related posts