22 Δεκεμβρίου, 2024

Τελευταια Νεα

Κή­ρυγ­μα, πρωτοπρεσβυτέρου Αποστόλου Ντόκου εις την εορτή των ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ , 5η Ιανουαρίου 2023 – Μέγας Εσπερινός της Δεσποτικής εορτής των Θεοφανείων, Μητροπολιτικός Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου Βόλου

Κή­ρυγ­μα, πρωτοπρεσβυτέρου Αποστόλου Ντόκου εις την εορτή των ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ , 5η Ιανουαρίου 2023 – Μέγας Εσπερινός της Δεσποτικής εορτής των Θεοφανείων, Μητροπολιτικός Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου Βόλου

Κή­ρυγ­μα, πρωτοπρεσβυτέρου Αποστόλου Ντόκου

 εἰς την ἑορτή τῶν ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ ,

 5 Ἰανουαρίου 2023

Μέγας Ἑσπερινός τῆς Δεσποτικῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων,

Μητροπολιτικός ἱερός ναός ἁγίου Νικολάου Βόλου.

 

Σεβασμιώτατε πάτερ καὶ Δέσποτα, ποιμενάρχα τῆς θεοσώστου ταύτης Μητροπόλεως,

Σεβαστοί Πατέρες καὶ συλλειτουργοί,

Ἀγαπητοί εν Χριστώ αδελφοι.

 

Ἡ λαμπρὴ καὶ ἔνδοξη σημερινὴ Δεσποτικὴ ἑορτὴ καθιερώθηκε στὴν Ἐκκλησία μας κατὰ τὸν Β΄ αἰῶνα, καὶ εἶναι ἡ μόνη ἀπὸ ὄλες τὶς ἄλλες Δεσποτικὲς ἑορτὲς ποὺ ἐμφανίζεται μὲ τρία ὀνόματα: Θεοφάνεια, Ἐπιφάνεια καὶ Φῶτα.

Τὰ Θεοφάνεια, ποὺ εἶναι καὶ ἡ ἀρχαιότερη ὀνομασία, ἔχει τήν ἀρχὴ της στὸ λόγο τῆς Ἁγίας Γραφῆς «Θεός ἐφανερώθει ἐν σαρκί»[1]. Τὰ Ἐπιφάνεια ἐμφανίζονται ἀργότερα, καὶ ἡ ἀρχὴ τους εἶναι ὁ ἀποστολικὸς λόγος ὅτι «Ἐπεφάνη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πάσιν ἀνθρώποις»[2], καθώς επίσης «καί ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Θεού»[3].

Μὲ τὰ δύο αὐτὰ ὀνόματα ἡ Δεσποτικὴ ἑορτὴ, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ βάπτισμα, περιελάμβανε καὶ ἄλλα γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου, ὅπως π.χ. συνέβαινε στὰ Ἱεροσόλυμα ποὺ γιόρταζαν τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν προσκύνηση τῶν ποιμένων καὶ τῶν μάγων, ἢ στὴν Αἴγυπτο ποὺ συνεορταζόταν ἡ γέννηση καὶ ἡ βάπτιση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ στὴν Κύπρο ἡ γέννηση, ἡ βάπτιση καὶ ὁ γάμος στὴν Κανὰ στὸν ὁποῖο «έφανέρωσε την δόξαν αὐτοῦ καί ἐπίστευσαν είς αὐτόν οἱ μαθηταί αὐτοῦ»[4].

Κατὰ τὸν Δ΄ αἰῶνα ἡ ἑορτὴ διαδίδεται καὶ στὴ Ρώμη ἡ ὁποία γιόρταζε ἤδη τὴν Θεία Γέννηση του Κυρίου στὶς 25 Δεκεμβρίου. Στὸ τέλος τοῦ Δ΄ αἰῶνα ἀπὸ τὴ Ρώμη τώρα διαδίδεται ἡ ἑορτὴ τῶν Χριστουγέννων καὶ στὴν Ἀνατολή, καὶ ἡ ἀνάμνηση τοῦ Βαπτίσματος τοῦ Κυρίου μεταφέρεται στὶς 6 Ἰανουαρίου, ὅπου συνδέεται ἀπὸ νωρὶς μὲ τὸ βάπτισμα τῶν κατηχουμένων, τὸ ὁποῖο εἶναι γνωστὸ καὶ ὡς «φώτισμα». Τὴν ἐορτάσιμη αὐτὴ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποῖα γινόταν καὶ τὸ βάπτισμα τῶν κατηχουμένων, οἱ Χριστιανοὶ, «ὄρθρου βαθέως», κρατοῦσαν ἀναμμένες λαμπάδες μέσα στὸν ναό, καὶ γιὰ αὐτὸ ὑπῆρχε μεγάλος φωτισμός.  Στὸ βάπτισμα-φώτισμα  καὶ στὸν λαμπρό φωτισμὸ ἀπὸ τὶς λαμπάδες, ὀφείλεται ἡ τρίτη ὀνομασία τῆς ἑορτῆς «τὰ φῶτα» ἢ «τὰ ἅγια Φῶτα»[5].[6]

Ὁ μεγάλος λόγιος του 16ου αἰῶνα καὶ ἅγιος της Ἐκκλησίας μας Δαμασκηνὸς ὁ Στουδίτης, στὸν περισπούδαστο λόγο του γιὰ τὰ ἅγια Θεοφάνεια τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ[7], ἐξετάζει ὁρισμένα γεγονότα τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου μας, μὲ ἁπλό, κατανοητὸ λόγο καὶ μᾶς βοηθᾷ νὰ ἐμβαθύνουμε στὸ νόημα τῶν γεγονότων τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου. Ἃς ἀκούσουμε τί μᾶς λέει:

α) Γιατί βαπτίστηκε ὁ Χριστὸς ἐνῷ ἦταν ἀναμάρτητος;

Γνωρίζουμε ὅτι τὸ Βάπτισμα γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους, εἶναι ἡ ἀπελευθέρωση καὶ ὁ καθαρισμὸς τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, ὁ δὲ Χριστὸς ὅμως, ὅπως λέει καὶ ὁ Προφήτης Ἠσαΐας, «ἁνομίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδέ εὐρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ»[8], ὁπότε τί γίνεται κατὰ τὴ Βάπτιση τοῦ Κυρίου; Ὁ λόγιος αὐτὸς πατήρ ὑποστηρίζει, ὅτι κατὰ τὴν βάπτισή του Κυρίου καθαρίζονται τὰ στοιχεῖα ἐκεῖνα ἀπὸ τὰ ὁποῖα ἔχει συναρμόσει ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπο. Τὸν ἀέρα, ποὺ μετέδωσε ἀπὸ τὸν Δημιουργό στὸν ἄνθρώπο τὴν ζωή καὶ τήν ἀναπνοή του. Τὸν αἰθέρα, στοιχείο ὑψηλότερο του ἀέρα, ὁ ὁποῖος κατὰ τοὺς ἀρχαίους γεμίζει τὸ σύμπαν, θᾶ λέγαμε δηλαδή πάνω ἀπό τά κτιστά οὺράνια, στὰ ἐπουράνια, ἐκεῖ δηλαδὴ ποὺ ἀνήκει και ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου σύμφωνα μὲ τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία. Τὸ νερὸ ποὺ συναποτελεὶ τὸ ὰνθρώπινο σῶμα καὶ συντηρεῖ τὸν ἄνθρωπο στὴ ζωή. Καὶ τέλος, τὸ χῶμα, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ὅπως γνωρίζουμε ἤδη εἴμαστε ὅλοι πλασμένοι. Τὰ στοιχεῖα αὐτὰ καθαρίζονται, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τοῦ Δαμασκηνοῦ (του Στουδίτου), γιὰ νὰ ἀναδειχθεῖ τὸ πρῶτο μυστήριο, αὐτὸ ποὺ μᾶς εἰσάγει στὴν Ἐκκλησία καὶ ὅπως ὁρίζει τὸ εὐαγγέλιο χωρὶς αὐτὸ σωτηρία δὲν ὑπάρχει, «ἐὰν μή τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καὶ Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ»[9].

β) Γιατί βαπτίσθηκε ὁ Χριστὸς στὸν Ἰορδάνη καὶ ὄχι σὲ ἄλλο ποταμὸ;

Ὁ πολυθρύλητος στὴν Ἁγία Γραφὴ ποταμὸς Ἰορδάνης, συνδέεται ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης μὲ πρόσωπα καὶ θαυμαστὰ γεγονότα τῆς ἐποχῆς, ὅπως εἶναι ὁ Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ καὶ ἡ Κιβωτὸς τῆς Διαθήκης, ὁ Προφήτης Ἠλίας μὲ τὸν μαθητὴ του Ἐλισαῖο ποὺ περπάτησαν ἐπάνω στὸν ποταμὸ σὰν νὰ ἦταν ξηρὰ κ.ἄ. Ὁ ποταμὸς αὐτός, ἀναβλύζει ἀπὸ δύο πηγές, ἡ μία λέγεται Ἰὸρ καὶ ἡ ἄλλη Δᾶν, ἀπὸ τὶς ὁποῖες παίρνει καὶ τὸ ὄνομά του, Ἰορδάνης!  Οἱ πηγὲς αὐτὲς ποὺ ἀναβλύζουν τὸ νερὸ τους χωριστὰ, στὴ συνέχεια ἑνώνονται καὶ σχηματίζεται ἕνας μεγάλος ποταμὸς ὁ ὁποῖος καταλήγει στὴ Νεκρὰ Θάλασσα. Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος σημειώνει ὅτι αὐτὸ τὸ ποτάμι εἶναι ὁ τύπος τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Οἱ δύο πηγὲς του εἰκονίζουν τὸν Ἀδὰμ καὶ τὴν Εὕα, τοὺς δύο προπάτορες, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ἀνέβλυσε καὶ γεννήθηκε ὅλο το ἀνθρώπινο γένος. Καὶ τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων πρὸς τὰ ποῦ πήγαινε; Στὴ νέκρωση καὶ τὸ θάνατο, ὅπως κι ὁ Ἰορδάνης στὴν Νεκρὰ Θάλασσα. Ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ σπλαχνίστηκε τὴν ἀθλιότητα τοῦ ἀνθρώπινου γένους ᾖλθε στὴ γῆ καὶ ἔγινε ἄνθρωπος. Ὡς τέλειος ἄνθρωπος ἔζησε, ἔπαθε καὶ πέθανε, καὶ μὲ τὸ θάνατο αὐτὸ κατήργησε τὸ θάνατο ποῦ δόθηκε ἀπ’ Αὐτὸν ὡς τιμωρία στὸ ἀνθρώπινο γένος γιὰ τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα, χαρίζοντας ἔτσι οὐσιαστικὰ σ’ ὅλους μας τὴ ζωή. Μᾶς ἔστρεψε πρὸς τὰ πίσω, καὶ μᾶς ἔκανε νὰ μὴν τρέχουμε πιὰ πρὸς τὴ νέκρωση καὶ τὸ θάνατο, ἀλλὰ μᾶς κατευθήνει πλέον στὴ ζωὴ καὶ τὴν ἀφθαρσία. Αὐτὸ ἐνήργησε ὁ Δεσπότης Χριστὸς μὲ τὸ Βάπτισμά του στὸν Ἰορδάνη. Διότι μὲ τὸ νὰ βαπτιστεῖ σ’ αὐτὸν, μᾶς ἔδωσε τὸ παράδειγμα νὰ βαπτιζόμαστε στὸν θάνατό Του, αὐτὸν ποὺ κατήργησε τὸ θάνατο καὶ μᾶς χάρισε αἰώνια ζωὴ καὶ συνακόλουθα μᾶς στρέφει πρὸς τὰ πίσω, «ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθημεν, εἰς τὸν θάνατον αὐτοῦ ἐβαπτίσθημεν»[10]. Ἑπομένως, πῶς στρέφουμε πρακτικά πρὸ τὰ πίσω ὅπως ἔκανε καὶ ὁ Ἰορδάνης; Ἐὰν μετανοοῦμε πάντα γιὰ ὅσα ἁμαρτάνουμε εἴτε μὲ τὰ ἔργα μας, εἴτε μὲ τὰ λόγια μας ἢ ἀκόμα καὶ μὲ τὴ σκέψη μας.[11]

γ) Γιατί ἄνοιξαν οἱ οὐρανοὶ;

Στὸ εὐαγγελικὸ ἀπόσπασμα τῆς ἑορτῆς σημειώνεται ἐμφατικὰ: «Καί ἰδού ἀνεῲχθησαν αὑτῷ οἱ οὐρανοί»[12]. Ὀφείλουμε νὰ πιστεύουμε ὅτι μᾶλλον γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους παρὰ γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ, κατὰ τὴν Βάπτισή του, ἄνοιξαν οἱ οὐρανοί, διότι, γιὰ τὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστὸ οἱ οὐρανοὶ ἦταν πάντοτε ἀνοιχτοί, καὶ παρότι ὑπῆρξε στὸν Ἰορδάνη σωματικῶς, ἦταν ταυτόχρονα καὶ στὸν οὐρανὸ πνευματικῶς, στὸν θρόνο τῆς δόξας Του, πανταχοῦ παρὼν καὶ τὰ πάντα πληρῶν ὁ ἀπερίγραπτος. Ἑπομένως, γιὰ μᾶς ἄνοιξε ἡ μεγάλη καὶ βασιλικὴ θύρα, μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία πλέον μπορούν νὰ εἰσέλθουν, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἀνεξαιρέτως, στὴν βασιλεία τῆς χάριτος, ποὺ εἶναι ἡ ἀληθινὴ ἐπὶ γῆς μία, ἁγία καθολικὴ καὶ ἀποστολικὴ Ἐκκλησία. Καὶ αὐτὸ διὰ τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος μόνο, διότι ἔτσι δίνεται στὰ πάντα ἄφεση ἁμαρτιῶν, ἀμνηστία καὶ χάρη, καὶ διὰ τῆς βασιλείας τῆς χάριτος μποροῦν οἱ ἄνθρωποι νὰ εἰσέλθουν στὴ βασιλεία τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ, ὡς κληρονόμοι πλέον τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν καὶ συγκληρονόμοι τοῦ Χριστοῦ.[13]

δ) Γιατί γίνεται ἡ φανέρωση τῆς Ἁγίας Τριάδος;

Στὸν Ἰορδάνη ἀποκαλύπτεται ὁ ἐν Τριάδι Θεὸς τῶν Χριστιανῶν, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ οὐσία, τὸ κεντρικὸ δόγμα καὶ ὁ θεμέλιος λίθος τοῦ Χριστιανισμοῦ, τῆς μόνης θρησκείας ποὺ ἀποδέχεται καὶ πιστεύει ἕνα Θεό, ἀλλὰ Θεὸ τρισυπόστατο, «Πατέρα, Υἱὸν καί Ἅγιον Πνεῦμα, Τριάδα ὁμοούσιον καὶ ἀχώριστον».

Ὁ Ἰορδάνης μετατρέπεται σὲ ἔνα μεγάλο σχολεῖο ποὺ μᾶς διδάσκει τὴν Ἁγία Τριάδα, διότι ἐκεῖ, κατὰ τὸ βάπτισμα τοῦ Κυρίου μας, παιδευόμαστε τὴν γνώση περὶ τοῦ ἀγεννήτου Πατρός, τὴν ἐπίγνωση περὶ τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ, καὶ λαμβάνουμε τὴν «πληροφορία» περὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἐδῶ, στὸν Ἰορδάνη, ἔχουμε τὴν παρουσία καὶ τῶν τριῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδας. Ἔχουμε τὸν Πατέρα, ποὺ ἀποκαλύπτεται ἐκ τῶν ἄνω καὶ μιλᾷ μὲ φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό. Ἔχουμε τὸν Υἱό, φανερωμένο μὲ σάρκα καὶ βαπτιζόμενο. Ἔχουμε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ποὺ κατεβαίνει «ἐν εἴδει περιστεράς». Αὐτὴ ἡ Τριαδικὴ ἀποκάλυψη, μᾶς δίνει τὴν δυνατότητα νὰ πιστεύουμε καὶ νὰ ὁμολογοῦμε, ὅτι τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ συντελεῖται διὰ τοῦ βαπτίσματος, εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς προαιώνιας βουλῆς τῶν τριῶν προσώπων τῆς μίας ὁμοουσίου καὶ ἀδιαιρέτου Τριάδος.[14]

ε) Τί σημεῖο εἶναι ἡ φωνὴ καὶ ἡ μαρτυρία τοῦ Πατρὸς ἀπὸ τὸν οὐρανὸ;

Αὐτὴ ἡ οὐράνια μαρτυρία τοῦ Πατρὸς διακηρύττει, ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι προορισμένος νὰ τελέσει τὸ ἔργο τῆς ἀπολύτρωσης τοῦ ἀνθρώπινου γένους. Ὁ Ἰησοῦς Χριστός μὲ τὸ βάπτισμα στὰ νερὰ τοῦ Ἰορδάνη προδιατυπώνει, ὅτι θὰ πλύνει τῆς ἁμαρτίες μας μὲ τὸ αἷμα του, τὸ ὁποῖο θὰ μᾶς ἐξιλεώσει καὶ θὰ μᾶς δώσει τὴ σωτηρία. Τὸ δικό μας βάπτισμα, εἶναι τύπος τοῦ βαπτίσματος τοῦ αἵματος, αὐτοῦ ποὺ βαπτίστηκε ἡ Κορυφὴ τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Χριστός, διότι «ὅσοι ἐβαπτίσθημεν, εἰς τὸν θάνατον αὐτοῦ ἐβαπτίσθημεν. Συνετάφημεν οὖν αὐτῷ διὰ τοῦ Βαπτίσματος εἰς τὸν θάνατον»[15]. Αὐτὴ ἡ θεία φωνὴ κατεβαίνει καὶ σὲ ὅλους ἐμᾶς τοὺς υἱοὺς κατὰ χάριν, ποὺ εἴμαστε βαπτισμένοι στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, λουσμένοι καὶ καθαροὶ ἀπὸ κάθε κηλῖδα ἁμαρτίας, χωρὶς τύψεις στὴν συνείδησή μας, καθαροὶ στὸ νοῦ, καθαροὶ στὴν καρδιὰ χωρὶς νὰ τὴν βαρύνουμε ἀπὸ φανερὰ ἤ κρυφὰ ἁμαρτήματα.[16]

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, κοιτάξτε τί γεγονότα θαυμαστὰ παρατηροῦνται σ’ αὐτὴ τὴν Δεσποτικὴ ἑορτή, οἱ κολυμβῆθρες ἔχουν γεμίσει ἀπὸ ὕδατα, βλέπουμε τὶς πηγὲς καὶ τὶς κρῆνες, τοὺς ποταμοὺς καὶ τὶς λίμνες, νὰ ἔχουν γίνει δοχεῖα τοῦ Πνεύματος, ἡ φύση τῶν ὑδάτων ἀνυψώνεται σὲ ὑπέρτατη τιμή, φῶτα πολύμορφα ποὺ μοιάζουν μὲ ἀστέρια ἑτοιμάζονται νὰ λαμπρύνουν ὅλη τὴ γῆ. Σὲ κάθε πόλη, μοναστῆρι καὶ χωριὸ ὑπάρχουν κήρυκες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ἱερατεύουν τὰ θεία καὶ ὑψηλὰ αὐτὰ μυστήρια καὶ ἁγιάζουν τὰ ὕδατα διὰ τῆς ἐπιφοιτήσεως σὲ αὐτὰ τοῦ Θείου Πνεύματος.[17] Εἴθε μὲ τὴν μετάληψη αὐτῶν νὰ ἁγιασθοῦμε καὶ ἐμεῖς καὶ νὰ φωτιστοῦμε αὐτὴ τὴν ἡμέρα ἀπὸ τὸ παμφαὲς Πνεῦμα, «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν, ᾦ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος, σύν τῷ Πατρί καὶ τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».

 

Ἄγια Θεοφάνεια 2023

[1] Τιμ. Α΄, γ΄ 16.

[2] Τιτ. β΄ 11.

[3] Τιτ. β΄ 13.

[4] Ἲωάν. β΄ 1-11.

[5] Ἰωάννου Δ. Δρούλια, «Ἡ λέξις καί ἡ ἕννοια «Φῶς» καί παράγωγα αὐτοῦ εἰς τήν ὑμνογραφίαν τῶν «Φώτων», (περιοδ. Ἐφημέριος 1-15. 1.71 σελ. 38).

[6] Γεωργίου Β. Μαυρομάτη, «Τά Ἅγια Θεοφάνεια, (Τό γεγονός καί τό νόημά του), ἐκδ. Τέρτιος, Κατερίνη: 1987, σσ. 65-66.

[7] Δαμασκηνού τοῦ Στουδίτου, Λόγος Γ΄, «Λόγος ἰδιωτικῇ εἰς τά ἅγια Θεοφάνεια τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ», στό: Θησαυρός Δαμασκηνοῦ, ἐκδ. Β. Ρηγόπουλου, Θεσσαλονίκη: 1983, σσ. 53-63.

[8] Ησαΐας νγ΄ 59.

[9] Ἰωάν. γ΄ 5.

[10] Ρωμ. στ΄ 3.

[11] Μαυρομάτη: ὅ.π. σσ.85-86.

[12] Ματθ. γ΄ 15.

[13] Χρυσοστόμου (Μητροπολίτου Σμύρνης), «Λόγοι Εὐσεβείας, εἰς τά Ἅγια Θεοφάνεια», ἐκδ. Μυγδονία, Θεσσαλονίκη: 2000, σσ, 48-49.

[14] Στο ίδιο: σσ. 49-50.

[15] Ρωμ. στ΄ 3-4.

[16] Χρυσοστόμου (Μητροπολίτου Σμύρνης): ὅ.π. σ. 51

[17] Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, «Ὁμιλία εἰς τά προεόρτια τῶν Φώτων», στό: Πατερικόν Κυριακοδρόμιον, Ὁμιλίες τῶν Ἁγίων Πατέρων καὶ Μεγάλων Διδασκάλων τῆς Εκκλησίας σὲ ὅλες τὶς Κυριακές τοῦ ἔτους, ἔκδ. Β΄ Ἱερόν Κελλίον Ἁγ. Νικολάου Μπουραζέρη, Ἅγιον Ὄρος: 2005, σ. 646.

Related posts