Του Σεβ. Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Ιγνατίου
Σε εποχές σαν τη δική μας, εποχές κρίσης και αβεβαιότητας, όλα τείνουν να γίνονται σε υπερθετικό βαθμό. Οι απαισιόδοξες αναλύσεις περιγράφουν την απόλυτη καταστροφή, ενώ οι αισιόδοξες ωραιοποιούν σε τέτοιο βαθμό τις δυσκολίες, ώστε να νομίζει κανείς πως τα πάντα δεν είναι παρά ένα άσχημο όνειρο.
Ανεξάρτητα πάντως από το ποιο άκρο έλκει τον καθέναν από μας, η δική μας, η Ελληνική ιδιαιτερότητα σε μια πανευρωπαϊκή, ίσως και παγκόσμια κρίση, συνοδεύεται από πολύ θυμό, αλλά και συγχρόνως από μεγάλη απαξίωση θεσμών και προσώπων. Απελπισμένοι και υπεραισιόδοξοι πάντως, συμφωνούν σε ένα πράγμα:
Δεν ζούμε στην πατρίδα που θα θέλαμε.
Είτε τα πράγματα χειροτερέψουν, είτε επαληθευτούν τα πιο αισιόδοξα σενάρια, ένα παράπονο για μια άλλη ποιότητα εθνικού και κοινωνικού βίου θα συνεχίσει να πλανάται. Αυτά που μας πικραίνουν είναι πολλά και ο καθένας, αν του δινόταν η ευκαιρία, θα είχε οπωσδήποτε να καταθέσει τον δικό του καημό. Αυτό, όμως, που φαίνεται να βαραίνει όλους μας, είναι μια γενικευμένη καχυποψία. Καχυποψία, όχι μόνον απέναντι στα προγράμματα και τα οράματα, στις υποσχέσεις και τις αναλύσεις. Καχυποψία – κι αυτό είναι το χειρότερο – απέναντι στον διπλανό μας, τον καθημερινό συνάνθρωπό μας, τον οποιονδήποτε έρχεται σε επαφή μαζί μας, είτε σε οικονομικό, είτε σε κοινωνικό επίπεδο.
Πίσω από κάθε επαφή μας με τους ανθρώπους, κρύβεται η υποψία της διπροσωπίας και της υποκρισίας. Πίσω από κάθε συναναστροφή μας κρύβεται ο φόβος μιας, εις βάρος μας, ιδιοτέλειας. Δεν εμπιστευόμαστε κανένα και τίποτα. Και η αιτία αυτής της καχυποψίας βρίσκεται στο δικό μας ήθος και τη δική μας τακτική: Εμείς οι ίδιοι κατατάσσουμε τους ανθρώπους, ανάλογα με τη χρησιμότητά τους. Μέρα με τη μέρα,τους μεταβάλλουμε σε εργαλεία ικανοποίησης της δίψας μας για πλούτο και δύναμη. Κάνοντάς τους, όμως, όλους ανταγωνιστές, γινόμαστε κι εμείς θύματα του φόβου και της καχυποψίας. Η ματιά μας και η καρδιά μας όσο πάνε και στενεύουν τραγικά. Δεν είναι, άλλωστε, τυχαία η θλιβερή διαπίστωση πως, ως λαός, υπολειπόμαστε τραγικά ως προς τη συμμετοχή μας σε πρωτοβουλίες και θεσμούς εθελοντισμού και κοινωνικής δράσης.
Μεγαλώσαμε με τα συνθήματα των εθνικών εορτών για την Ελλάδα, ως χώρα ηρώων. Περιοριστήκαμε, όμως, στο να εξυμνούμε τα ηρωικά τους κατορθώματα, παραβλέποντας θεμελιώδεις αρχές και αξίες που τους ενέπνευσαν και τους ενδυνάμωσαν, αξίες όπως ο πατριωτισμός, η ετοιμότητα για θυσία στο όνομα της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, η πίστη σ’ ένα όραμα δημιουργίας ενός κράτους που θα σέβεται τον πολίτη και θα φροντίζει για την οικονομική, ψυχική και πνευματική του ευημερία.
Η Ελλάδα είναι πάντα εδώ και έχει και πάλι ανάγκη για ήρωες. Ήρωες, όμως, άλλου είδους και άλλης συμπεριφοράς. Όσο, κατά το παρελθόν, αναζήτησε τον απροσκύνητο μαχητή στις πλαγιές του Μωριά και της Πίνδου ενάντια στον εισβολέα, τόσο τον αναζητεί σήμερα, ακλόνητο, ενάντια στην ασυνέπεια, στον ατομισμό, στις εύκολες λύσεις και στα κούφια λόγια. Όσο είχε κάποτε ανάγκη τα μπαρουτοκαπνισμένα μπαϊράκια, τόσο έχει σήμερα ανάγκη το φιλότιμο και την προσωπική ευθύνη.
Ιδιαίτερα οι νέοι άνθρωποι, πέρα από τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης, υφίστανται και άκρως επώδυνες ψυχικές πιέσεις, όπως η ανία του στείρου καταναλωτισμού, η απογοήτευση από την αναξιοκρατία και ο θυμός από την απαξίωση θεσμών και αξιωμάτων. Όλη η ορμή για ηρωισμό και αγνούς αγώνες που χαρακτηρίζει κάθε νέα γενιά, μαραίνεται καθημερινά από έλλειψη προτύπων, ακόμη και από τον χλευασμό εκ μέρους όλων εκείνων, οι οποίοι συμφιλιώθηκαν με ένα κόσμο αρπαγής και αδιαφορίας.
Στη νέα Ελληνική γενιά χρωστούμε ηρωισμό. Της χρωστούμε αιτίες για να μείνουν και να αγωνιστούν στον τόπο μας. Της χρωστούμε αισιοδοξία και πίστη σε αξίες, που θα μας ενώσουν ξανά και θα ενεργοποιήσουν δυνάμεις, γεννημένες από ανδραγαθήματα, αλλά και παθήματα του μακρινού και του πρόσφατου παρελθόντος μας.
Μια νέα ηρωική έξοδος μας καλεί. Έξοδος προς τον πλησίον, τον συμπατριώτη, τον συνάνθρωπο. Οι δυσκολίες, μέσα από τον πόνο που προκαλούν, μας προσφέρουν και μια ευκαιρία συνάντησης με την αλληλεγγύη και τη συλλογικότητα ως νοημάτων ζωής, μια ευκαιρία συνάντησης με τον βαθύτερο εαυτό μας, τους πόθους μας και τα όνειρά μας για μια πατρίδα, που θα λάμπει ως φάρος… όπως παλιά…. όπως πάντα.
«Δημοκρατία», 28/3/2015