23 Απριλίου, 2024

Στον ανηφορικό δρόμο του Γολγοθά, ακολουθούμε τον Αρχηγό της Ζωής – Άρθρο του Σεβ. Μητροπολίτη Δημητριάδος κ. Ιγνατίου στην Εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ (14/03/2015)

Η μεγάλη Σαρακοστή αποτελεί περίοδο στοχασμού και περισυλλογής. Ευκαιρία αποκοπής από τη διάσπαση του νου και απαλλαγής από το άγχος της καθημερινότητας. Κυρίως όμως αποτελεί πρόσκληση για συνοδοιπορία. Συνοδοιπορία με τον ίδιο τον Χριστό στη πορεία Του προς το Πάθος και την Ανάστασή Του. Αυτή η ταύτιση ανάμεσα στον πιστό και στον Θεό της αγάπης δεν είναι συναισθηματικής φύσεως. Ο δρόμος της άσκησης και της ψυχικής κάθαρσης, που υποδεικνύει η Εκκλησία μας, δεν έχει τόσο περιορισμένο ορίζοντα. Τελικός σκοπός είναι η ριζική αλλαγή οπτικής γωνίας των πραγμάτων, η νοηματοδότηση των πράξεων και των σχέσεών μας, η μετάνοια ως βίωση ενός διαφορετικού τρόπου ζωής.

Το βάθος της Θεολογίας και πνευματικότητας, που προβάλλουν οι κατανυκτικές  ακολουθίες της Εκκλησίας μας την περίοδο αυτή, επιδιώκουν να αποκαλύψουν όλες τις διαστάσεις του λυτρωτικού έργου του Θεανθρώπου, ώστε, παράλληλα, να αποκαλυφθεί και ο δικός μας προορισμός. Στον ανηφορικό δρόμο του Γολγοθά ακολουθούμε τον Αρχηγό της ζωής, προσδοκώντας να αποκτήσει και η δική μας ζωή νόημα και διαστάσεις πολύ ευρύτερες από αυτές που χαράζουν τα στενά όρια της επίγειας ζωής μας. Ακολουθούμε την Πηγή της αγάπης, διψώντας για ένα κόσμο συμφιλίωσης και υπέρβασης των παθών του αυτοθεωμένου σύγχρονου ανθρώπου. Κυρίως όμως ακολουθούμε τον «αίροντα την αμαρτίαν του κόσμου» (Ιω. 1, 29), Αυτόν δηλαδή, που επωμίστηκε τις συνέπειες ενός αρχέγονου σφάλματος, μιας προπατορικής αμαρτίας, προκειμένου να απαλλάξει την ανθρωπότητα από τον πόνο και τις πληγές της αυτοκαταστροφής της.

Μόνον ο στοχασμός πάνω στην ανθρώπινη δικαιοσύνη και η συνειδητοποίηση των ορίων της μπορούν να οδηγήσουν στην ανάδειξη του μεγαλείου της αγάπης του Θεού, όπως αποκαλύπτεται στον ανηφορικό δρόμο του Γολγοθά. Για τους ανθρώπινους νόμους,  τελικό ζητούμενο αποτελεί η αναζήτηση του ενόχου και η εφαρμογή των ανάλογων ποινών. Η αγάπη του Θεού όμως, όπως αποκαλύφθηκε σε όλη την επίγεια παρουσία του Χριστού, ιδιαίτερα όμως στη φάση των Παθών και της Σταύρωσής του, πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα. Βεβαίως, η ανθρώπινη αποτυχία είναι αναμφισβήτητη. Βεβαίως η αμαρτία είναι δεδομένη. Και μάλιστα, αμαρτία επώδυνη, φρικαλέα, αποκρουστική, όσο τα αίσχη των Δυτικών κοινωνιών και οι κτηνωδίες της Ανατολής. Αυτό όμως το κέλυφος της σκοτεινής βαρβαρότητας και της ξεδιαντροπιάς, δεν στάθηκε ικανό να εμποδίσει τη ματιά του Δημιουργού να το διαπεράσει και να αναγνωρίσει στον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης, τη δική Του πνοή και τα χαρακτηριστικά της δικής Του εικόνας.

Τελικό ζητούμενο της άπειρης φιλανθρωπίας Του δεν είναι η ανθρώπινη καταδίκη, αλλά η απαλλαγή από τις συνέπειες της καταστροφικής αποστασίας και η ανακαίνιση της ανθρώπινης ύπαρξης, σύμφωνα με τις αρχικές προδιαγραφές της. Η απόλυτη διάκριση ανάμεσα στην αμαρτία και τον αμαρτωλό αποτελεί την πεμπτουσία του έργου και κυρίως του Πάθους του Χριστού στη Γή. Συγχρόνως, αποτελεί και το κέντρο της Θεολογίας, της ανθρωπολογίας, κυρίως όμως της ποιμαντικής δράσης της Εκκλησίας, που ο Ίδιος ίδρυσε και ζωοποιεί διαρκώς με την μυστική παρουσία Του.

Στην πορεία της μέσα στην ιστορία, η Εκκλησία του Χριστού βρίσκεται σε διπλή και διαρκή σύγκρουση με το πνεύμα του κόσμου. Από τη μια πλευρά, αρνείται να προσαρμοστεί στη σχετικότητα και τη χαλάρωση των ηθικών κανόνων, όπως τους δίδαξε και τους βίωσε στην δισχιλιετή παράδοσή της. Γνωρίζει πως κάθε αλλοίωση του ήθους βάζει σε κίνδυνο την ανθρώπινη σωτηρία. Από την άλλη όμως, ο κάθε άνθρωπος, όσο κι αν βρεθεί σακατεμένος στο κορμί και την ψυχή από τα «οψώνια της αμαρτίας» (Ρωμ. 6, 23), δεν θα πάψει να αποτελεί για την Εκκλησία πολύτιμη και μοναδική εικόνα Θεού, που αξίζει απόλυτο σεβασμό, πατρική φροντίδα και θυσιαστική αγάπη.

Μέσα στην Εκκλησία διακηρύσσουμε πως το ανθρώπινο πρόσωπο δεν χάνει ποτέ τα θεία χαρακτηριστικά του, ακόμη κι όταν οι επιλογές του είναι αυτοκαταστροφικές. Ως μέλη της Εκκλησίας του Χριστού, πιστεύουμε στον Θεό, πιστεύουμε παράλληλα και στον άνθρωπο, στις θεόδοτες δωρεές του, στις δυνατότητές του να ψηλαφεί τον ουρανό, στον πόθο του να μοιάσει στον Δημιουργό Του, στην καρδιά του, ως το κατοικητήριο του ίδιου του Θεανθρώπου Χριστού, όπως διδάσκουν και οι Νηπτικοί Πατέρες μας.

Όποιος θελήσει να ακολουθήσει τον Χριστό στον ανηφορικό Του δρόμο, ας γνωρίζει, πως η καρδιά του πρέπει να γίνει τόσο ευρύχωρη, που να μπορεί να χωρέσει όλους τους ασώτους (Λκ. 15, 11-32) και όλες της μοιχαλίδες ( Ιω.8, 3-11) της κοινωνίας. Κι όποιος θελήσει να συναντηθεί με τον Νικητή του θανάτου, ας μιμηθεί τα σπλάχνα οικτιρμών Του για τον άνθρωπο, το πιο αγαπημένο, μα  και το πιο αχάριστο πλάσμα της Δημιουργίας.

Related posts