22 Νοεμβρίου, 2024

Ο Δημητριάδος Ιγνάτιος ομιλεί για τον αδελφό του Σάμου Ευσέβιο

Τιμητική εκδήλωση για τον Σεβ. Μητροπολίτη Σάμου, Ικαρίας & Κορσεών κ. Ευσέβιο πραγματοποιήθηκε την Δευτέρα 5/10 στην Αθήνα, επ’ ευκαιρία της συμπλήρωσης 20 ετών Αρχιερατείας. Στην εκδήλωση, που τίμησαν με την παρουσία τους ο Μακ. Αρχιεπίσκοπος Αθηνών & Πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος, πολλοί Σεβ. Ιεράρχες και πλήθος κληρικών και λαϊκών, εκ των ομιλητών ήταν ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. Ιγνάτιος, πνευματικός αδελφός και συμμοναστής του τιμηθέντος Ιεράρχου.

 

Ακολουθεί ολόκληρη η Ομιλία του Σεβασμιωτάτου.

 

ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ – ΣΥΝΑΛΛΗΛΙΑ – ΣΥΜΨΥΧΙΑ

(Ἡ συμπόρευσή μου μέ  τόν ἀδελφό Εὐσέβιο)

Μακαριώτατε,

Σεβασμιώτατοι Ἅγιοι Ἀδελφοί

Κυρίες  καί Κύριοι

Ἡ ζωή μοιάζει μέ ἕνα περιπετειῶδες ταξίδι. Ἕνα ταξίδι μέ ἀφετηρία, μέ ἐνδιάμεσους σταθμούς καί ἐπιστροφικό προορισμό. Συνήθως, αὐτό τό τελευταῖο τμῆμα τοῦ ταξιδιοῦ τῆς ζωῆς συγχρονίζεται μέ τήν ὡριμότητα τοῦ ἀπολογισμοῦ καί τήν νοσταλγία τῆς ἀναπόλησης. Ὅμως, σήμερα ἔχουμε ἐνώπιόν μας τό βιβλίο τῆς ζωῆς ἑνός ἀδελφοῦ συνιεράρχου, πού συνεχίζει νά γράφει, μέ νεανική ἀλκή, καινούριες σελίδες, μέ περιεχόμενο καί πνεῦμα Θεοῦ. Στήν ἀποπνευματοποιημένη καί ἀποστεωμένη ἐποχή μας, εἶναι ὁ ἐναρμόνιος ἦχος ἑνός ποιμεναρχικοῦ αὐλοῦ, πού ταπεινά, μά μεθοδικά, καθοδηγεῖ τό λογικό του ποίμνιο «εἰς νομάς  σωτηρίους»[1]!

Μέ τόν Σάμου Εὐσέβιο μᾶς ἑνώνει μιά κοινή ζωή, μιά κοινή πορεία, μιά κοινή ἐμπειρία. Ἴσως τό ταξίδι τῆς ζωῆς τοῦ καθενός μας νά μᾶς ὁδηγεῖ – Θεοῦ οἰακοστροφοῦντος! – σέ διαφορετικούς σταθμούς, ἀλλά ἡ ἀλληλοσυμπλήρωσή μας συνιστᾶ μιά διαρκή πραγματικότητα, πού ξεπερνᾶ καί τό χρόνο καί τόν τόπο. Στήν ἐπίσημη αὐτή σύναξη, θά μοῦ ἐπιτρέψετε νά μιλήσω καρδιακά γιά τόν ἀδελφό Εὐσέβιο, τόν σύμψυχο καί συναντιλήπτορα, ἐφόσον τή ζωή μας πάντοτε χαρακτήριζε καί χαρακτηρίζει αὐτό τό σύν-μαζί.

Ἀπό τό Σεπτέμβριο τοῦ 1949 ὥς τό πρῶτο μισό τῆς δεκαετίας τοῦ ’70, πού πρωτογνωριζόμαστε, ἀφετηρία του ἦταν τό εὐλογημένο νησί του. Παιδί τῆς Παναγίας τῆς Τήνου ὁ Εὐάγγελος Πιστολῆς, ἀνδρώνεται μέσα στήν κατά Θεόν εὐσέβεια τῶν φιλοχρίστων γονέων του, ἀνθρώπων τῆς καθημερινῆς βιοπάλης, καί τοῦ φιλευλαβοῦς  πρώτου πνευματικοῦ του π. Ἰωάννου. Πόθος παιδικός καί ὅραμα ζωῆς του ἡ ἁγία ἱερωσύνη καί τό πανάμωμον θυσιαστήριον τοῦ Κυρίου, τότε γιά τόν ἑαυτό του, κατόπιν, καί ἕως σήμερα, γιά καθένα ὑπ’ αὐτοῦ χειροτονούμενο. Μέσα στά πρῶτα ἱερατικά σκιρτήματα τῆς γενέτειράς του δεσπόζει ἡ λατρευτική ἐμπειρία, πού ἀποκτᾶ χάρη στή νησιωτική εὐσέβεια καί τούς ἀγαθούς λευῒτες τῆς Σάμου. Θά προσέθετα, ἐξειδικεύοντας, πώς ἡ κλήση του θεμελιώθηκε στό «ἀκρότομον» τῆς φιλοκαλικῆς καί κολλυβαδικῆς παραδόσεως τοῦ τόπου του. Ὅταν στά ἐφηβικά του χρόνια βρίσκεται, ὅπως λίγα χρόνια ἀργότερα καί ὁ ὁμιλῶν, στό περιβάλλον τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς, εἶναι ἤδη ἕνας «σχηματισμένος» κληρικός. Βρίσκεται στήν Ἀθήνα πλέον, σέ ἕνα νέο σταθμό τοῦ ταξιδιοῦ τῆς ζωῆς του, ὑπό τάς πτέρυγας τοῦ σοφοῦ καί ἀεικινήτου ἀρχιμανδρίτου Καλλινίκου Καρούσου, μεγάλου ἱεραποστολικοῦ ἀνδρός. Συνδυάζει τίς θεολογικές του σπουδές στό Πανεπιστήμιο μέ τήν ἐμπράγματη πνευματική ἐργασία τῆς μοναστικῆς ἀδελφότητος «Παναγία Χρυσοπηγή», ἀκολουθώντας τήν «…κατ’ εὐσέβειαν διδασκαλίαν…»[2] τοῦ πολυσεβάστου μας  γέροντος Καλλινίκου. Διά τῆς κουρᾶς καί τῆς εἰς διάκονον προχειρίσεώς του ἀπό τόν ἀείμνηστο Νικαίας Γεώργιο, -κατόπιν παρακλήσεως τοῦ καθηγουμένου τῆς «Χρυσοπηγῆς» π. Καλλινίκου- λαμβάνει τό  ἐπιποθούμενον χάρισμα  τοῦ «…παρακῦψαι ἔνθα  οἱ ἅγιοι ἄγγελοι ἐπιθυμοῦσι… καί θεάσασθαι αὐτοψεί τό πρόσωπον τῆς  ἁγίας ἀναφορᾶς…»[3].

Στόν εὐθύ χαρακτήρα τοῦ Εὐσεβίου ξεχωρίζουν τρία θεόσδοτα χαρίσματα: ἡ φιλοπονία, ἡ μεθοδικότητα καί ἡ ἐντιμότητα. Ὁ νέος διάκονος τῆς Ἐκκλησίας κι ἐπώνυμος τῆς εὐσεβείας συνδυάζει τά χαρίσματά του μέ ἕναν χαρακτῆρα «…πρᾶον, ταπεινόν καί ἡσύχιον, τρέμοντα τούς λόγους Κυρίου»[4]. Μέ πτεροφυῆ ζῆλο καί σφριγηλό ἐνθουσιασμό ἐργάζεται στό «…γεώργιον τοῦ Κυρίου…»[5] καί ἀξιώνεται ἤδη ἀπό νωρίς νά δρέπει πνευματικό θερισμό. Κάπου ἐκεῖ συναντιοῦνται οἱ δρόμοι μας σέ μια συνισταμένη πορεία, πού ὁρίζει ὁ γέροντάς μας τότε Μητροπολίτης Ρωγῶν καί κατόπιν Πειραιῶς Καλλίνικος. Ἀπό τή μιά πλευρά ἐγώ, ὁ νεόφυτος Βενιαμίν τῆς  ἀδελφότητος, ἡ ἀπαρχή τῆς νέας γενιᾶς τῆς Χρυσοπηγῆς ἀπό τήν ἄλλη οἱ πρωτεργάτες καί σεβάσμιοι ἀδελφοί Χριστόδουλος καί Ἀμβρόσιος. Ὁ Εὐσέβιος πάντοτε στή μέση, σάν γέφυρα δύο ἐποχῶν, ἀποδίδοντας τό σεβασμό στούς παλαιοτέρους καί τήν ἀνοικτοκαρδία στούς νεωτέρους. Οἱ εὐκαιρίες γιά συζήτηση καί συμπροβληματισμό ἦταν πάντοτε περιεκτικές, λίγο στήν τράπεζα, λίγο μετά τό ἀπόδειπνο. Σέ ἐποχές ταραγμένες, μέσα σέ μιά κοινωνία ἐν βρασμῷ, ὁ καθένας στήν ἱεραποστολική του ἔπαλξη ἔδινε καθημερινά τή μάχη ἐνάντια στήν ἄγνοια, τήν ἐθελοθρησκεία, τήν ἀποχριστιανοποίηση τῆς καθημερινότητας, τήν ἀμφισβήτηση τοῦ Εὐαγγελίου. Στήν κατανυκτική ἀτμόσφαιρα τῆς μονῆς μας ἀποφορτιζόμασταν ἀπό τόν μόχθο τῆς ἡμέρας, μαθητεύαμε στήν ὑπακοή, ἐντρυφούσαμε στήν προσευχή καί σφυρηλατούσαμε μιά ἑνότητα. Ἑνότητα πού δέν κατέστη ποτέ «μερική φιλία»[6] ἀλλά κοινωνία, συναντίληψη καί ὁμοζυγία εἰς τόν «…χρηστόν ζυγόν τοῦ Κυρίου…»[7] μαζί καί μέ τούς ἄλλους ἀδελφούς «προβεβηκότας καί ἐπιγενομένους». Καί ἀπέναντι στίς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες, ὁ Εὐσέβιος μέ πραότητα καί ἀγαθωσύνη νά γεφυροποιεῖ, νά εἰρηνεύει, νά παρηγορεῖ νά στηρίζει, νά κατευθύνει ἄλλοτε τους νεωτέρους ἀδελφούς ἄλλοτε τά παιδιά τοῦ ἱδρύματός μας, πού ζοῦσαν καί μεγάλωναν κοντά μας. Ἐμπνέοντας τούς συμμοναστές, τούς δοκίμους καί τούς τροφίμους τήν ἀγάπη στόν ἐράσμιο Νυμφίο τῆς Ἐκκλησίας, μέσα ἀπό τά μεγάλα κι ἐκφραστικά του μάτια, ζωγράφιζε στίς ψυχές ὅλων τόν πόθο τῆς κατά Θεόν ἀφιερώσεως καί τῆς κατά Χριστόν ζωῆς. Σημαντική εὐκαιρία οἱ ἱεραποδημίες μας μέ τόν ἱστορικό μας «σκαραβαῖο», ὅπου καταστρώναμε θεοφιλῆ σχέδια, δίνοντας διέξοδο στίς ἱεραποστολικές μας ἀγωνίες. Ἤδη ὁ ἀδελφός Εὐσέβιος ἀπό τό 1976 εἶναι ἐπικεφαλῆς τῆς θρησκευτικῆς ὑπηρεσίας  τῆς τότε Χωροφυλακῆς, εἰς διαδοχήν τοῦ ἐκλεγέντος εἰς Μητροπολίτη Καλαβρύτων σεβασμίου παραδελφοῦ μας Ἀμβροσίου. Ἔτσι κυλοῦσε ἤρεμα καί καρποφόρα ἡ ζωή στό κοινόβιό μας, μέ ὅραμα καί δράση.

Ὥσπου ὁ Μητροπολίτης Καλλίνικος καθίσταται ποιμενάρχης τοῦ πρώτου λιμανιοῦ τῆς χώρας καί ὁ Εὐσέβιος, σάν πιστό καί ἀφοσιωμένο τέκνο, ἀκολουθεῖ  τόν γέροντα, ὁδηγώντας ἐκεῖ τό σκάφος τῆς ζωῆς του. Σάν γνήσιος νησιώτης, ξέρει πάντοτε νά  ταξιδεύει καί νά  ἁπλώνεται στό πέλαγος τῆς ἄπειρης ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Μαζί τότε βρεθήκαμε στά μετερίζια, πού μᾶς ὅρισε ἡ θεία πρόνοια∙ ἐκεῖνος διευθυντής τοῦ ἰδιαίτερου γραφείου τοῦ Μητροπολίτη Καλλίνικου, ἐγώ ἀρχιδιάκονος καί κατόπιν πρωτοσύγκελλός του. Ἡ συνοδοιπορία μας ἀπό τό 1978 στή Μητρόπολη τοῦ Πειραιᾶ, ἀγκαλιάζει κι ἄλλους τομεῖς. Τώρα πλέον ἀναλαμβάνει ὑπεύθυνα διοργανωτικά καθήκοντα, ὅπου ξανά ἀναδεικνύονται τά χαρίσματά του. Μέ μεθοδικότητα διοργανώνει τήν καθημερινότητα τοῦ μητροπολιτικοῦ γραφείου, συνιστᾶ, μέ  παρότρυνση τοῦ γέροντος Καλλινίκου, τόν τομέα ἱερατικῶν κλήσεων καί ἐπιλέγεται ὡς πνευματικός πατήρ πλείστων ὑποψηφίων καί νῦν κληρικῶν τοῦ Πειραιᾶ καί ἄλλων περιοχῶν τῆς πατρίδος μας. Συντόνως καί φιλοπόνως συνδράμει κάθε ἱεραποστολική μας πρωτοβουλία, ὡς πνευματικός συμπαραστάτης καί ὁμιλητής στήν ΦΕΔ, στήν Ἕνωση Ἐπιστημόνων, στίς Σχολές Γονέων. Παραγωγός, ἐπί σειρά ἐτῶν, στό Ραδιοφωνικό Σταθμό τῆς Πειραϊκῆς Ἐκκλησίας, σημαιοφόρος στό φιλανθρωπικό ἔργο τό ὁποῖο ἐξεχόντως ἀγάπησε καί ἀθορύβως διακόνησε. Στά ὡραῖα κι ἀξέχαστα αὐτά χρόνια, πλουτίσαμε τίς καρδιές μας μέ βιώματα καί σκιρτήματα ἀληθινῆς, ἀνυπέρβλητης καί ἀδιάκοπης, ὡς σήμερα, ἀδελφοσύνης. Συνομιλούσαμε ἐλάχιστα -λόγῳ τοῦ φόρτου τῆς ἐξαντλητικῆς μας ἐργασίας- ἀλλά ἔφθανε ἕνα βλέμμα, πολλές  μάλιστα φορές οὔτε κι αὐτό, γιά νά ἐκφραζόμαστε ἀλληλοσυμπληρωματικά. Ποτέ δέν ἀνταλλάξαμε  ὀξύτητες, ποτέ δεν ὑπῆρξαν ἀνάμεσά μας παραπικρασμοί. Καί αὐτό ὡς δῶρο Θεοῦ τό δεχόμαστε στίς ζωές μας καί ὄχι σάν καρπό μιᾶς ἰδιαίτερης προσπάθειας, πού βασίστηκε μόνο στόν ἀλληλοσεβασμό καί τά διακριτά πεδία τῶν δραστηριοτήτων μας. Ἴσως νά μᾶς τό χάρισε τοῦτο τό δῶρο ὁ Θεός, γιατί διαθέτουμε  κοινά χαρακτηριστικά καί παρόμοιο ψυχικό κόσμο.

Ὁ Εὐσέβιος δίνει μέσα στό στίβο τῆς Ἐκκλησίας καθημερινές ἐξετάσεις. Καί τίς ξεπερνᾶ πάντοτε ἐπιτυχῶς, χάρις στήν ἀκεραιότητα καί τήν ἐντιμότητά του ἀπέναντι στόν Κύριό μας, στούς ἀνθρώπους καί στόν ἑαυτό του. Στήν ἱερατική του διακονία στόν Πειραιᾶ εἶναι ὁ γλυκύς ἱερουργός, ὁ ἐπιεικής ἐξομολόγος, ὁ στοργικός ποιμένας, ὁ καταρτισμένος κήρυκας, μ’ ἕνα λόγο ὁ τίμιος λειτουργός τῶν μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Ὑπουργεῖ τή θεία χάρη μέ τή διακονία του στήν Ἑλληνική Ἀστυνομία, ἀναδιοργανώνοντας τή θρησκευτική ὑπηρεσία, ἀνεγείροντας περικαλλεῖς ναούς καί πνευματικά κέντρα, ἀναλαμβάνοντας ἐκδόσεις περιοδικές καί μή, δημιουργώντας διαύλους ἐπικοινωνίας στό ἐσωτερικό καί στό ἐξωτερικό. Ἄνοιξε νέους δρόμους καλλιεργώντας τή διαπροσωπική ἐπαφή μέ τούς ἀνωτέρους καί τούς κατωτέρους ἀστυνομικούς, τά στελέχη, τούς διδάσκοντες καί τούς μαθητές τῶν ἀστυνομικῶν σχολῶν. Δεν μπορῶ νά ξεχάσω τά ἀτέλειωτα ταξίδια του -ἕως σήμερα- σέ ὅλη τήν Ἑλλάδα γιά νά εὐλογήσει γάμους, νά τελέσει βαπτίσεις, νά ἐξομολογήσει, νά  παρηγορήσει, νά στηρίξει καί παντοειδῶς νά συναντιληφθεῖ τά πνευματικά του τέκνα, ἀποδεικνύοντας ἔμπρακτα ὅτι «…μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδείς ἔχει ἵνα τις τήν ψυχήν αὑτοῦ θῇ ὑπέρ τῶν φίλων αὑτοῦ…»[8] .

Κι ἔρχεται ἡ ὥρα τῆς ἀνταμοιβῆς τόν Ἰούλιο τοῦ 1995, ὅταν ἡ σεπτή Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας μας τόν ἐκλέγει πανηγυρικά Μητροπολίτη Σάμου, Ἰκαρίας καί Κορσεῶν. Ἡ ἐκλογή του ἦταν ἕνα θαῦμα τοῦ Θεοῦ, πού συντελέστηκε μέ τήν ἐκτίμηση στό πρόσωπό του, τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Σεραφείμ καί πλείστων ἱεραρχῶν, ἀλλά προπάντων μέ τή στήριξη καί τόν ἀγώνα τοῦ γέροντος Καλλινίκου καί τῶν παραδελφῶν του Χριστοδούλου καί Ἀμβροσίου. Ὁ Μητροπολίτης Καλλίνικος μοῦ ἀνέθεσε, μετά τή λαμπρή χειροτονία τοῦ Εὐσεβίου στήν Ἁγία Τριάδα τοῦ Πειραιᾶ, νά  διοργανώσω τήν ἐνθρόνισή του στήν ἀκριτική πατρίδα του, τή Σάμο. Ἦταν τό καλοκαίρι ἐκεῖνο γεμᾶτο ἀπό ἱερό ἐνθουσιασμό γιά τό νέο Δεσπότη καί τήν ἐγκατάστασή του στόν τόπο του, ἐνθουσιασμό πού μηδένιζε τόν κόπο καί τίς  δυσκολίες τοῦ ἐγχειρήματός μας. Βρεθήκαμε στη Σάμο, σέ μέρη γνώριμα μέ ἀνθρώπους ἀγαπητούς άλλά μέ ἐλάχιστες προϋποθέσεις γιά νά «στήσουμε» τό λαμπρό γεγονός. Ὅμως σ’ αὐτές τίς περιπτώσεις ἡ ἀγάπη καί ἡ φιλάδελφη διάθεση εἶναι οἱ καλύτερες προϋποθέσεις. Καί πράγματι, στις ἀρχές τοῦ Σεπτεμβρίου ἔγινε μιά ὑποδοχή καί μιά ἐνθρόνιση ἀντάξια τοῦ ταπεινοῦ καί σύμψυχου παραδελφοῦ μας, μιά  χαρά κι ἕνα πανηγύρι τῆς Ἐκκλησίας, πού θά ἔγραφε πλέον νέες ἱστορικές σελίδες στό ἀκριτικό νησί. Ἀτέλειωτες συζητήσεις, σχέδια, ὁράματα, ὄνειρα κι ἐλπίδες ἦταν τά χαρακτηριστικά ἐκείνης τῆς περιόδου. Ὅμως ξεχνοῦσα πώς ἀπέναντί μου δέν εἶχα ἕναν ἀνεξάντλητο μόνο σέ ἰδέες συζητητή, ἀλλά κι ἕναν μεθοδικό καί φιλόπονο ἐργάτη τοῦ ἀγαθοῦ, πού ἤξερε νά πραγματώνει ὅσα θησαύριζε στήν καρδιά του. Τά πρῶτα του χρόνια στη Σάμο συνέπεσαν μέ τά τελευταῖα δικά μου χρόνια στόν Πειραιᾶ, καί μέ τόν τρόπο αὐτό εἴχαμε πλεῖστες εὐκαιρίες νά συνδράμουμε τό ἔργο τῆς ἀναδημιουργίας, τῆς ἀναγένησης τῆς τοπικῆς του Ἐκκλησίας. Παρακολουθοῦσα τότε τόν πλοῦτο, πού τόσα χρόνια συσσώρευε στή διάνοιά του, νά σκορπίζεται τόσο σπάταλα καί καρποφόρα.

Ἀρχικά, ἀναζήτησε τήν ἀνανέωση καί τόν ἐμπλουτισμό τοῦ ἔμψυχου δυναμικοῦ  τῆς Μητροπόλεως, εἰδικά τοῦ ἱεροῦ κλήρου. Στήριξε καί τίμησε τούς ἱερεῖς πού παρέλαβε ἀπό τούς προκατόχους του, προσείλκυσε φερέλπιδες νέους ὑποψηφίους -κυρίως πνευματικά του παιδιά- τούς ὁποίους χειροτόνησε καί τούς ἀνέθεσε θέσεις εὐθύνης μέσα στόν τοπικό ἐκκλησιαστικό ὀργανισμό. Ἐνδιαφέρθηκε ἄμεσα, πατρικά καί ὁλόψυχα γιά τίς ἱερατικές οἰκογένειες, τίς πρεσβυτέρες καί τά παιδιά, συστήνοντας τό Ταμεῖο Ἐνίσχυσης Κληρικῶν καί ὀργανώνοντας ἕως σήμερα συχνές συνάξεις, ὥστε νά νοιώθουν τόν Ἐπίσκοπο σάν ἕνα ἄνθρωπο τοῦ σπιτιοῦ τους. Ἀνανέωσε τά στελέχη τῶν ἐνοριῶν καί τοῦ συνόλου διοικητικοῦ μηχανισμοῦ τῆς Μητροπόλεως, προκρίνοντας εὐσεβεῖς, ἐργατικούς καί ἔντιμους συνεργάτες, ἰδιαίτερα γιά τούς νέους φορεῖς κι ἐπιτροπές πού συνέστησε. Δημιούργησε ἐκ τοῦ μή ὄντος κτιριακές ὑποδομές,  ἐπισκοπεῖα, ἱερούς ναούς, μονές, πνευματικά  κέντρα, γραφεῖα, βιβλιοθῆκες. Πλάϊ σέ αὐτόν τόν ἀνοικοδομικό οἶστρο, προέβη σέ πλῆθος ἀνακαινίσεων ξεκινώντας ἀπό τίς ἱερές μονές πού γιά δεκαετίες ἐκείτοντο ἐρειπωμένες καί ἄψυχες. Ὁ Εὐσέβιος μέ πνευματική του ἀποσκευή τίς κολλυβαδικές καταβολές καί τόν ἱεραποστολικό μοναχισμό τῆς «Χρυσοπηγῆς» ὀνειρεύτηκε τά μοναστήρια του νά εἶναι φάροι πνευματικότητας καί σημεῖα προσφορᾶς. Ἀνέστησε, ἀγάπησε καί ἀνέδειξε τό μοναχισμό στή Σάμο, καί ὡς τούτη τή στιγμή ἐκδαπανᾶται στή στήριξη καί τήν καρποφορία τῶν ἱερῶν μονῶν τῆς νήσου, πού εἶναι ἡ διαμαντόπετρα τῆς εἰκοσαετοῦς  ποιμαντορίας του. Οἱ νέες ἀδελφότητες πού ἐγκαταστάθηκαν σέ αὐτές, διευκολύνθηκαν τά μέγιστα στήν ἐγκαταβίωση καί τήν προώθηση τῶν δραστηριοτήτων τους ἀπό τόν ἀνακαινιστή ἐπίσκοπο. Οἱ νέοι μοναχοί πρόσφεραν τόν ἐνθουσιασμό καί ὁ ἐπίσκοπος ἀντιπροσφέρει τήν πατρική του μέριμνα, γιά τό καθετί, ἀπό τό λεπτομερειακό ἕως τό κεφαλαιῶδες. Γι’ αὐτό τά μοναστήρια του πληθαίνουν καί ἡ φιλοκαλική παράδοση τῆς Σάμου ἐπεκτείνεται στό «νῦν καί ἀεί». Συνέχισε καί βελτίωσε τίς ἐκδόσεις τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας καί τῶν μονῶν, συγκρότησε συνέδρια μέ εὐρεία ἀπήχηση, γιά νά διασώσει τήν ἱστορική μνήμη καί νά διαδώσει τήν  πνευματική αἴγλη τοῦ ἀκριτικοῦ νησιοῦ. Ἀνέλαβε πρωτοβουλίες γιά νά συγκεντρώσει ὑπό τήν ποιμαντορική του στοργή τούς ἀποδήμους ἐντός κι ἐκτός Ἑλλάδος μέ συχνές  ἐπισκέψεις, λατρευτικές εὐκαιρίες καί καλλιέργεια θερμῶν διαπροσωπικῶν σχέσεων, ἀφιερώνοντας σ’ αὐτούς τήν πρώτη Κυριακή τοῦ Αὐγούστου. Ἀνακαίνισε τό Ἐπισκοπεῖο Σάμου καί ἀνέγειρε σπουδαῖο Ἐκκλησιαστικό Μουσεῖο ἐμπλουτίζοντάς το μέ πλῆθος διεσκορπισμένων ἕως τότε κειμηλίων. Συνέβαλε στήν άνάδειξη τῆς τοπικῆς ἁγιολογίας μέ ἐπιστημονικά συνέδρια καί ἐκδόσεις, καθιερώνοντας λαμπρές ἐκκλησιαστικές πανηγύρεις τῶν Σαμίων Ἁγίων. Ὀργάνωσε ἐκ τοῦ μηδενός τόν φιλανθρωπικό ὀργανισμό τῆς Μητροπόλεως, δημιουργώντας τήν «Τράπεζα Ἀγάπης», τήν «Ἱματιοθήκη», τό «Κοινωνικό Παντοπωλεῖο», «Κοινωνικό Φαρμακεῖο», «Κοινωνικό Ἰατρεῖο», «Κοινωνικό Φροντιστήριο». Ἐπέκτεινε καί βελτίωσε  τήν λειτουργία τῶν δύο Ἐκκλησιαστικῶν Γηροκομείων στη Σάμο καί τήν Ἰκαρία, μερίμνησε γιά ἄπορους φοιτητές, ἀνέργους, φυλακισμένους, ὀργάνωσε ἀνθρωπιστικές ἀποστολές στήν Ἑλλάδα καί τό ἐξωτερικό. Μέ προσωπικά του ἔξοδα παρεῖχε στούς πυροπαθεῖς τοῦ 2000 δενδρύλλια, πού σήμερα καρποφοροῦν καί τά ὀνομάζουν «οἱ ἐλιές τοῦ Δεσπότη». Ἀλλά τό κατεξοχήν πεδίο τῆς ποιμαντικῆς του εἶναι ἡ κατήχηση καί ἡ πνευματική καλλιέργεια τοῦ ποιμνίου του. Ἄφθονη προσφορά τοῦ θείου λόγου μέσα ἀπό κηρύγματα καί κύκλους μελέτης, ἀντιαιρετικές ἐκστρατεῖες, ἐπιμόρφωση ἱεραποστολικῶν στελεχῶν, ὀργάνωση ἐνοριακῶν βιβλιοθηκῶν, ἐκκλησιαστικῶν βιβλιοπωλείων καί ἐνοριακῶν σχολῶν γονέων. Εἰδικά γιά τούς νέους ἐκδαπανήθηκε συγκροτώντας φοιτητικές καί νεανικές συνάξεις, γιορτές καί συνέδρια νεολαίας. Προσβλέποντας στό νεανικό ἐνθουσιασμό, σύστησε χορωδίες, μαντολινάτα, σχολή παραδοσιακῶν χορῶν. Παρεῖχε στήριξη στα νεανικά προβλήματα μέσα ἀπό τίς δραστηριότητες τοῦ «Συμβουλευτικοῦ Σταθμοῦ προβλημάτων ἐφηβείας» καί καθιέρωσε τήν τακτική του ἐπαφή μέ τούς μαθητές τῆς δευτεροβάθμιας ἐκπάιδευσης ἀλλά καί τά στρατευμένα παιδιά τῆς πατρίδας μας. Προήγαγε τήν τοπική ἐπιχειρηματικότητα μέ τήν προώθηση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σαμιακοῦ οἴνου, δημιούργησε τόν τοπικό ἐκκλησιαστικό ραδιοφωνικό σταθμό «Ἀκριτική Φωνή». Καί ὅλα αὐτά σέ συνδυασμό μέ τίς ὑπέυθυνες ὑποχρεώσεις ἤ δραστηριότητές του σέ διορθόδοξο καί διομολογιακό ἐπίπεδο,  ἐντός κι ἐκτός χώρας.

Γιά μένα, ἰδιαίτερα μετά τήν ἐκλογή καί τήν ἐγκατάστασή μου στούς κόλπους  τῆς ἱεραρχίας μας, ὑπῆρξε ὑπόδειγμα καί ἀφορμή διδαχῆς ἡ σύνεση, ἡ εὐθυκρισία καί ὁ σεβασμός του στό συνοδικό πολίτευμα τῆς ἐκκλησίας μας. Πάντοτε ἦταν καί εἶναι μιά ἰσορροπημένη φωνή, τόσο πού δέν ξέχασε ποτέ τό γεφυροποιητικό του ρόλο μέ τόν ἡσύχιο πλήν ἀποτελεσματικό χαρακτῆρα του. Στό σῶμα τῶν Ἀρχιερέων μας πάντοτε ξεχωρίζει γιά τήν ἐνθουσιώδη φιλεργία του, γιά τήν άκαταπόνητη συστηματικότητά  του καί προπάντων γιά τήν ἀδιάβλητη ἀκεραιότητά του. Συνεπῶς, ἐπάξια ἐπιλέχθηκε νά διακονήσει ὡς στενός συνεργάτης τῶν δύο τελευταίων Ἀρχιεπισκόπων Χριστοδούλου καί Ἱερωνύμου, στόν εὐαίσθητο καί νευραλγικό τομέα τῆς Οἰκονομικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὡς Ἀντιπρόεδρος τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου καί πρόεδρος ἤ μέλος πλείστων συνοδικῶν ἐπιτροπῶν. Πάντοτε ὁ ἴδιος, ὁ Εὐσέβιος τῶν νεανικῶν μας χρόνων, μέ ἐνθουσιασμό, φιλοπονία καί μεθοδικότητα θέτει στόχους καί τούς φέρει εἰς αἴσιον πέρας, νηφάλια καί ἀποδοτικά εὔχρηστος, χριστοτερπής, καρποβριθής, χαριτοφόρος.

Ἐκλεκτή ὁμήγυρη!

Ὁ Εὐσέβιος ξαναγύρισε πρίν ἀπό εἴκοσι χρόνια, στήν πατρίδα του ὄχι γιά νά κάνει τόν ἀπολογισμό τῆς  ζωῆς του ἀλλά γιά νά προσφέρει ἐν ἀκμῇ καί τήν τελευταία ἰκμάδα του στήν ὑπηρεσία τοῦ ἁγιωτάτου θελήματος τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ ἐνσάρκωση μιᾶς βασικῆς ἀλήθειας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας, πού ἀναδεικνύει τούς πλείστους τῶν ποιμεναρχῶν Της ὄχι μέσα ἀπό μιά κληρονομική ἀριστοκρατία, ἀλλά ἀπό τά σπλάχνα τῶν πτωχότερων κοινωνικῶν στρωμάτων. Ὁ Μητροπολίτης Σάμου εἶναι ἕνα γέννημα  τῆς  καθημερινῆς βιοπάλης καί τοῦ τίμιου μόχθου τῶν γονέων του, πού ὅμως ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἀνέδειξε  σε πρίγκηπα, σέ καλό ποιμένα καί φύλακα ἄγγελο τοῦ ἀποστολικοῦ λύχνου τῆς Σάμου. Χάρις στό τρίπτυχο, πού ὡς ἄνθρωπο τόν χαρακτηρίζει καί πού τονίζω γιά πολλοστή φορά, δηλ. τήν ἐργατικότητα, τή μεθοδικότητα καί τήν ἐντιμότητά  του, κατέστησε τή Μητρόπολη Σάμου ἕνα πανελλαδικό καί πανορθόδοξο πρότυπο τοπικῆς ἐκκλησίας. Κι ὅλα τοῦτα ἀθόρυβα, προσευχητικά, ταπεινά, ἀλλά πλούσια εὐλογημένα ἀπό τό Θεό. Ἔτσι «…ὁ λύχνος οὐκ ἐκρύβη ὑπό τόν μόδιον ἀλλά ἐτέθη ἐπί τήν λυχνίαν καί λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ…»[9]

Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Σάμου Ἰκαρίας καί Κορσεῶν, Ὑπέρτιμε καί Ἔξαρχε Κυκλάδων, ἀδελφέ ἠγαπημένε Εὐσέβιε χαῖρε καί ἀγάλλου γιά ὅσα σοῦ ἐπεδαψίλευσε ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός καί ἡ Κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Στάσου εὐλαβικά ἀπέναντι στό θρόνο τῆς μεγαλωσύνης Του ἐν ὑψηλοῖς καί ψέλλισε προσευχητικά μά ἐκφαντορικά τό: «δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν… ὡς  τῷ Κυρίῳ ἔδοξεν οὕτω καί ἐγένετο, εἴη τό ὄνομα Κυρίου εὐλογημένον…»

 


[1] Πρβλ. Ἰω. 10.9

[2]  Α΄Τιμ. 6.3

[3] Στ΄εὐχή ἀκολουθίας  τοῦ Ἁγίου Ἐλαίου, Μ. Εὐχολόγιον

[4] Ἠσ. 66.2

[5] Πρβλ.Α Κορ.3.9

[6] Ἀκολουθία  τοῦ Μεγάλου Μοναχικοῦ Σχήματος , κατήχησις Β΄

[7] Ματ.11.29-30

[8] Ἰω. 15.13

[9] Πρβλ. Ματ.5.15

 Φωτογραφίες: Γιάννης Ζαργάνης

Related posts