22 Νοεμβρίου, 2024

Μητροπολίτης Δημητριάδος ᾿Ηλίας (1917-1990)

 ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΠΗΛΙΟΥ

 

Ολους τούς κληρικούς καί τούς εὐσεβεῖς χριστιανούς τῆς ῾Ιερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος, τούς ὁποίους εἰλικρινῶς ἠγάπησα καί χάριν τῶν ὁποίων ἐπί ἕξ περίπου χρόνια δέν ἐφείσθην οὔτε κόπων οὔτε θυσιῶν, εὐχαριστῶ ἀπό καρδίας διά τήν ἀφοσίωσιν καί τήν ἀγάπην τους. Τά ὀλίγα χρόνια πού ἐποίμανα τήν Μητρόπολιν Δημητριάδος ἦσαν ἀρκετά διά νά ἀναπτύξουν πνευματικούς δεσμούς, οἱ ὁποῖοι θά μείνουν εἰς τήν αἰωνιότητα… Αὐτά τά καρδιακά λόγια περιέχονται στήν ἰδιόχειρη διαθήκη τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Δημητριάδος κυροῦ ᾿Ηλία Τσακογιάννη, ὁ ὁποῖος ἐποίμανε τή Μητρόπολή μας κατά τά ἔτη 1968 – 1974.

῾Ο μακαριστός γεννήθηκε τό 1917 σ’ ἕνα χωριό τοῦ Νομοῦ ᾿Αρκαδίας, στήν Παύλια. Πολύ σύντομα ἡ πολυμελής φτωχή οἰκογένειά του μετοίκησε στήν ᾿Αθήνα. ᾿Εκεῖ ὁ μικρός ᾿Ηλίας τό πρωί ἐργαζόταν καί τό ἀπόγευμα πήγαινε στό σχολεῖο. ῏Ηταν πολύ φιλομαθής, ἐμφανέστερη, ὅμως, ἦταν ἡ βαθύτερη κλίση του πρός τά θεῖα. ῏Ηταν ἕνα παιδί συνετό, ταπεινό, ὀλιγόλογο καί ἔτρεφε μεγάλη ἀγάπη γιά τήν μελέτη τῆς ῾Αγίας Γραφῆς καί τῶν πατερικῶν κειμένων. Στή στρατιωτική του θητεία ἔζησε ἀπό κοντά τόν πόλεμο τοῦ ’40 καί τούς τραγικούς θανάτους τῆς μητέρας καί τοῦ ἀδελφοῦ του, κατά τόν σπαρακτικό ἐμφύλιο πόλεμο.

Σέ ἡλικία 29 ἐτῶν ἐκάρη μοναχός καί ἕνα χρόνο μετά χειροτονήθηκε διάκονος, στή Μονή τῆς ῾Αγίας Λαύρας στά Καλάβρυτα, ὅπου παρέμεινε τέσσερα χρόνια.

Τό 1950 κατόπιν εἰσαγωγικῶν ἐξετάσεων εἰσήχθη στήν Θεολογική Σχολή ᾿Αθηνῶν. Δύο χρόνια ἀργότερα χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καί διορίσθηκε ἐφημέριος στόν «Εὐαγγελισμό», ὅπου μέ ζῆλο ἐπί 15 χρόνια ἐξομολογοῦσε καί διακονοῦσε τούς πονεμένους ἀσθενεῖς. Τέλος, ἡ ᾿Εκκλησία τόν κάλεσε στήν ὕψιστη διακονία τοῦ ᾿Αρχιερέως, καταρχήν ὡς τιτουλαρίου ᾿Επισκόπου Περιστερᾶς τό 1967, καί κατόπιν ὡς Μητροπολίτου τῆς ῾Ιερᾶς Μητροπόλεως Δημητριάδος.

῾Η ἐνθρόνισή του ἔγινε στόν Βόλο στίς 15 Δεκεμβρίου 1968. ῎Αρθρο τῆς ᾿Εφημερίδος «Ταχυδρόμος» ἐκείνων τῶν ἡμερῶν τόν χαρακτήριζε ὡς «῾Ιεράρχη τῆς ἀθορύβου ἀγάπης», τῆς ἁπλότητος, τῆς πτωχείας, ὡς μιά ἀσκητική μορφή «ἐγγίζουσαν πρός τήν πατερικήν παράδοσιν». Σέ μικρό χρονικό διάστημα ὁ νέος Ποιμενάρχης ἐπέδειξε ἕνα σημαντικό καί ἐκτεταμένο ἔργο. Περιόδευε τακτικά στήν ᾿Επαρχία του, μή παραλείποντας καί τό πιό ἀπομακρυσμένο χωριό. Δημιούργησε μεγάλα γιά τήν ἐποχή ἐκείνη ἔργα, ὅπως τό Πνευματικό Κέντρο τῆς Μητροπόλεως καί τοῦ Δήμου Ν. ᾿Ιωνίας, τό Βαρβέρειο οἴκημα, ὅπου στεγάσθηκε τό οἰκοτροφεῖο Θηλέων τῆς Μητροπόλεως, ὁ νέος ὄροφος στό κτήριο τοῦ οἰκοτροφείου ἀρρένων, οἱ πρῶτες κτηριακές ἐγκαταστάσεις τῶν κατασκηνώσεων στόν ῞Αγιο Λαυρέντιο Πηλίου, 15 νέοι ῾Ι. Ναοί… Παράλληλα, ὡς φιλομόναχος ῾Ιεράρχης περιέβαλε μέ τήν ἀγάπη του ὅλα τά μοναστήρια τῆς ᾿Επαρχίας του.

῏Ηταν ἄνθρωπος ἁπλός, ταπεινός, ἀλλά συγχρόνως ἀποφασιστικός, θαρραλέος, ἀσυμβίβαστος καί ἀγωνιστικός, ἀκόμη καί ἐνάντια στά σχέδια τῶν ἀντιχρίστων ὀργανώσεων. ῾Η ἀγωνία του, ὅπως ἔγραφε, «…μήπως ἡ διοίκησις ἀλλοιώσῃ τόν χαρακτῆρα μου καί ἐπιφέρῃ παρέκκλισιν ἐκ τοῦ πρωταρχικοῦ σκοποῦ τῆς ζωῆς μου» τόν διατήρησε ἀδιάφθορο καί σ’ αὐτή τήν περίοδο τῆς διακονίας του. ῞Οπως ἔχει εἰπωθεῖ, ἦλθε πτωχός καί ἔφυγε πτωχότερος. ῾Ο μισθός του δέν ἔμενε περισσότερο ἀπό τρεῖς μέρες στίς τσέπες του, τό δέ μικρό δερμάτινο βαλιτσάκι του τόν συντρόφευε ἀπό τόν «Εὐαγγελισμό» μέχρι τά γεράματά του. Συνήθιζε νά λέει· «᾿Εμεῖς οἱ καλόγεροι ὑποσχεθήκαμε ἀφιλοχρηματία καί ἀκτημοσύνη. Τί τά θέλουμε τά χρήματα;».

Κατά τίς δύσκολες πολιτικές συνθῆκες τοῦ 1974 ὁ ἄξιος ποιμένας «κρίμασιν οἷς οἶδεν ὁ Κύριος» κηρύχθηκε ἔκπτωτος καί ὑποχρεώθηκε νά χωρισθεῖ τοῦ ποιμνίου του. ᾿Αντιμετώπισε, ὅμως, καρτερικά τήν δοκιμασία αὐτή ὡς θέλημα Θεοῦ. ῾Η Θεία Χάρη τόν ὁδήγησε τότε στή δημιουργία τοῦ ῾Ι. ῾Ησυχαστηρίου «῾Η Μήτηρ τοῦ ᾿Ηγαπημένου» στό Κλειδί Θηβῶν, ὅπου μέχρι τήν κοίμησή του (1990), ὑπῆρξε ὑπόδειγμα ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς, ἀγάπης, ἐργατικότητας καί προσευχῆς.

Μιμούμενοι τόν μεγάλο αὐτό Πνευματικό Πρόγονό μας οἱ χριστιανοί τῆς ᾿Εκκλησίας τῆς Δημητριάδος, ἄς εὐχηθοῦμε μέ τά δικά του λόγια, ἐπικαλούμενοι τίς μεσιτεῖες του· «Παράκλητε ἀγαθέ, δός μας ᾿Εκκλησίαν ζῶσαν, θεολογίαν προσευχομένην, λατρείαν ἀκμαίαν, μοναχισμόν καρποφοροῦντα, ἱερεῖς καί θεολόγους ἁγίους… μάρτυρας τῆς ἀληθείας πύρινους, βασίλειον ἱεράτευμα πνευματέμφορον…». ΑΜΗΝ!

Related posts