Πρωτ. Κωνσταντίνος Φλάκης
Με τον όρο αυτόν δεν αποδίδεται η πίστη σε πολλούς θεούς, αλλά η αποκρυφιστική αντίληψη για την θεοποίηση της φύσης. Ο σεβασμός στην φύση και η ευθύνη του ανθρώπου απέναντι στην δημιουργία του Θεού δεν πηγάζουν από την αντίληψη πως πρόκειται για τα έργα του Θεού, τα οποία ο άνθρωπος κλήθηκε να φροντίσει και να διατηρεί ασκώντας το λειτούργημα του «βασιλέα» της κτίσεως, αλλά από την ταύτιση της κτίσης με τον Θεό, από την ειδωλοποίηση της δημιουργίας. Αυτό υπογραμμίζεται σε έντυπο της «Ειδωλολατρικής Κοινότητας» του Βερολίνου (1983):
«Η ειδωλολατρική Κοινότητα είναι ένας σύνδεσμος, που τα μέλη του ομολογούν πίστη σε ειδωλολατρικούς φυσικούς θεούς και στις φυσικές γερμανικές-σλαβικές-κελτικές θρησκείες. “Προσπαθούμε να ξαναζήσουμε τον σύνδεσμο των προγόνων μας με την φύση, όπως μας έχει παραδοθεί από τις πηγές της μυθολογίας. Βλέπουμε στην πίστη στην ζωτικότητα και την αγιότητα της φύσης μια μεγάλη δυνατότητα της ανθρωπότητας να ξεπεράσει την περιφρόνηση και την καταστροφή της φύσης, που προέρχεται από τον χριστιανισμό… Ο βασικότερος στόχος της κοινότητάς μας είναι η επεξεργασία και η διάδοση της θρησκείας μας, γιατί σήμερα υπάρχουν λίγες πληροφορίες γι’ αυτές τις φυσικές θρησκείες» (Hidnische Gemeinschaft. Friedensbewegung, Berlin, σ. 2).
Με τον ίδιο τρόπο προσδιορίζει τον όρο ειδωλολατρεία και ο μάγος Christof K. (Belladonna): «Ειδωλολατρεία είναι η κοσμοθεωρία σύμφωνα με την οποία καθετί που ανήκει στην εξωτερική ύλη είναι άγιο (κάθε δένδρο, θάμνος, ζώο, βράχος, νερό), σε αντίθεση με την θρησκεία της Εκκλησίας, που αναφέρεται σ’έναν Θεό. Η λέξη αυτή σε μας έχει επιβαρυνθεί αρνητικά από την Εκκλησία» (Gisela Graichen, Die Neuen Hexen – Gesprache mit Hexen, Hamburg 1968, σ. 224).
Τα κείμενα αυτά προδίδουν παντελή άγνοια του γνήσιου χριστιανικού φρονήματος απέναντι στην φύση. Η περιφρόνηση και η καταστροφή της φύσης δεν προέρχεται από τον χριστιανισμό, αλλά από την περιφρόνηση της χριστιανικής αντίληψης για την θέση του ανθρώπου και την «λειτουργία» του μέσα στην κτίση.
Όταν θεοποιήσουμε την φύση και τον άνθρωπο, βυθίζουμε τα πάντα σε απέραντη μοναξιά και τα στερούμε από την χάρη του Θεού, που είναι καρπός αγάπης και ελευθερίας και, συνεπώς, είναι η μόνη σώζουσα πραγματικότητα.